Τυφλή γευσιγνωσία: Καπρίτσιο ή αναγκαιότητα;
Γιαννης Κοροβεσης•Articles
Αδιαμφισβήτητα, ένα οποιοδήποτε αλκοολούχο δεν κρίνεται αυστηρά και μόνο από το περιεχόμενο της φιάλης του. Στο ερώτημα «να αγοράσω ή να μην αγοράσω» το τάδε κρασί ή το δείνα ουίσκι, η απάντηση δεν προκύπτει τόσο απλά όσο μπορεί να ακούγεται. Κι αυτό γιατί επηρεάζεται από έναν σωρό από παράγοντες. Η ετικέτα, η αξιοπιστία του εκάστοτε brand, αλλά και η τιμή του, είναι μερικοί μόνο από εκείνους που μπορούν να επηρεάσουν το πως αντιλαμβανόμαστε εμείς ως καταναλωτές την ποιότητα του προϊόντος, ακόμη και να συνεισφέρουν στην προσωπική μας εμπειρία απόλαυσης. Ωστόσο, πολλοί επαγγελματίες του χώρου -μαζί με αυτούς και εγώ- πιστεύουμε ακράδαντα πως όταν ένα προϊόν αξιολογείται οργανοληπτικά, η τυφλή γευσιγνωσία θα πρέπει να αποτελεί την πλέον αξιόπιστη μέθοδο και ως τέτοια, τη μοναδική μας επιλογή. Μη φανταστείτε πως μας κλείνουν τα μάτια και δοκιμάζουμε, απλώς οι ετικέτες αποκρύπτονται από τον δοκιμαστή, πολλές φορές ακόμη και το ίδιο το ποτό, με τη χρήση σκουρόχρωμου ποτηριού.
Περηφάνια και προκατάληψη
Οι προκαταλήψεις ενυπάρχουν ως αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης ψυχολογίας, καθοδηγούν τις αποφάσεις μας και ορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις πράξεις μας. Μοιραία λοιπόν, κάνουν την εμφάνισή τους και στις γευσιγνωσίες οίνου και αποσταγμάτων, «οδηγώντας» μας συνήθως προς πιο θετικές εμπειρίες, ιδιαίτερα όταν το εκάστοτε δείγμα αποτελεί προϊόν καταξιωμένων οίκων, περιβόητων παραγωγικών περιοχών ή ακόμη και κάποιο που απλώς είναι… πιο ακριβό. Δοκιμάζεις δύο κρασιά πλάι-πλάι, όπου το πρώτο κοστίζει, φερ’ειπείν δέκα ευρώ και το δεύτερο είκοσι ευρώ. Αν το γνωρίζεις εκ των προτέρων, οι πιθανότητες να εκτιμήσεις πιο θετικά το πρώτο είναι μηδαμινές. Ακόμη και υποσυνείδητα, τα δέκα παραπάνω ευρώ που γνωρίζεις ότι κοστίζει το δεύτερο κρασί, θα «σπρώξουν» όχι απλά την προτίμησή σου προς τα εκεί, αλλά το πιθανότερο είναι το απολαύσεις και αληθινά περισσότερο!
Μη σας φαίνεται παράξενο και περίεργο, έχουν διεξαχθεί πολυάριθμες σχετικές έρευνες μεταξύ ‘’social drinker’’, όχι γευσιγνωστών, που αποδεικνύουν όλα τα παραπάνω. Περί γεύσης και πως αυτή επηρεάζεται από την τιμολόγηση, το branding και το marketing έχω γράψει ξεχωριστό κείμενο εδώ. Αλλά ακόμη και μεταξύ γευσιγνωστών, έρευνες έχουν δείξει ότι τα αποτελέσματα γευσιγνωσιών είναι διαφορετικά μεταξύ της περίπτωσης που οι γευσιγνώστες γνωρίζουν το εκάστοτε προϊόν που δοκιμάζουν και εκείνης που δοκιμάζουν τυφλά. Η κατάργηση και του παραμικρού σημαδιού από το branding της προϊόντος, συνηγορεί υπέρ μιας ειλικρινούς αξιολόγησης.
Σημειώστε, παρ’όλα αυτά, πως στην τυφλή γευσιγνωσία δεν μπορεί να αξιολογηθεί η τυπικότητα του εκάστοτε προϊόντος, είτε αυτή αφορά συγκεκριμένη παραγωγική περιοχή, χαρακτηριστικά και προϋποθέσεις ΠΟΠ, αλλά και σταφυλιού, κατηγορίας, κοκ. Το πως εκφράζονται κάθε φορά τα παραγωγικά ή/και στιλιστικά πρότυπα, αποτελεί παράγοντα που εξετάζεται και θεωρείται κρίσιμος όταν η γευσιγνωσία πραγματοποιείται εντός συγκεκριμένου πλαισίου.
Η χαρά της εξερεύνησης
Η τυφλή γευσιγνωσία διευρύνει τόσο το μυαλό του γευσιγνώστη, όσο και τον αισθητηριακό του ορίζοντα, ενώ παράλληλα αφήνει ελεύθερη και τη δυνατότητα έκφρασης, εμπλουτίζοντας τις ήδη «γνωστές» γευσιγνωστικές σημειώσεις. Δεν είναι τυχαίο που στην τυφλή γευσιγνωσία συνήθως προκύπτουν λέξεις και έννοιες που είτε ο ίδιος ο παραγωγός μπορεί να μην είχε αντιληφθεί είτε να ξεφεύγουν από την όποια τυπικότητα του terroir. Επιπροσθέτως, αρκετές τέτοιες δοκιμές έχουν «εξισώσει» αρκετά προϊόντα με μεγάλο εύρος τιμολογιακής διαφοράς.
Η τυφλή γευσιγνωσία χτίζει σχέσεις εμπιστοσύνης
Σε καμία περίπτωση δεν προσπαθώ να δαιμονοποιήσω το marketing και το branding, για όνομα του Θεού δηλαδή (see what I did here?), πλην όμως και εκ των πραγμάτων, όταν ένα οποιοδήποτε προϊόν αξιολογείται με υψηλή βαθμολογία σε τυφλή γευσιγνωσία, τότε αυτό υποδηλώνει πως η ποιότητά του είναι υψηλή, ανεξάρτητα από όλα τα υπόλοιπα. Για τους καταναλωτές αυτό είναι και το πιο σημαντικό στο τέλος της ημέρας, να γνωρίζουν πως το συγκεκριμένο προϊόν που αγοράζουν σε μια συγκεκριμένη τιμή διαθέτει αληθινή και αυταπόδεικτη ποιότητα και ότι δεν πληρώνουν «αέρα». Η τυφλή γευσιγνωσία χαρίζει την απόλυτη διαφάνεια στα προϊόντα, τα ξεγυμνώνει από όλα τα υπόλοιπα, αφήνοντας μόνο την «ουσία», κι αυτό χτίζει την πιο ισχυρή σχέση εμπιστοσύνης.
Η τυφλή γευσιγνωσία μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο εκπαιδευτικό εργαλείο και για τα μπαρ, τα εστιατόρια, τα σημεία λιανικής πώλησης ποτών, όπως βέβαια και για τους διανομείς και τους παραγωγούς. Μετατοπίζοντας το σημείο εστίασης προς την αντικειμενική ανάλυση της γεύσης, του αρώματος και της υφής του εκάστοτε προϊόντος, οι καταναλωτές εκπαιδεύουν τα αισθητηριακά τους όργανα και καλλιεργούν την κριτική τους ικανότητα. Λίγοι παραγωγοί μου έχουν προτείνει να δοκιμάσω το ποτό που φτιάχνουν τυφλά, παρέα με τα αντίστοιχα, ανταγωνιστικά. Δεν το έκαναν τυχαία.
Τυφλή γευσιγνωσία ποτών: εκδημοκρατίζοντας την αγορά ποτών
Ενώπιον μιας τυφλής γευσιγνωσίας όλα τα ποτά είναι ίσα. Στη γευσιγνωστική αρένα της δεν υπάρχουν φανταχτερές ετικέτες, εντυπωσιακές καμπάνιες στα σόσιαλ μίντια, ακριβοπληρωμένοι ινφλουένσερ και οίκοι με «διακόσια χρόνια ιστορίας». Τα προϊόντα μιας craft παραγωγικής μονάδας σε κάποιο χωριό της γης μπορούν να ανταγωνιστούν στα ίσια εκείνα μιας πολυεθνικής εταιρείας με τζίρο δισεκατομμυρίων δολαρίων. Εκεί βρίσκεται και η ευκαιρία των μικρών παραγωγών να αποδείξουν την αληθινή τους αξία, που θεωρητικά «πνίγεται» από τους «μεγάλους». Στην τυφλή γευσιγνωσία δοκιμάζεται μόνο το ζουμί, αφήνοντας αποκλείοντας όλους τους εξωτερικούς παράγοντες. Σε αυτές τις δοκιμές όλοι οι συμμετέχοντες είναι ίσοι.
Γιατί δεν διοργανώνονται όμως αρκετές τυφλές γευσιγνωσίες;
Μα, αυταπόδεικτο δεν είναι; Η τυφλή γευσιγνωσία, εκτός από τα προϊόντα χαμηλής ποιότητας, εκθέτει και την απειρία ή την ανικανότητα αρκετών γευσιγνωστών. Πολλοί γευσιγνώστες που πλασάρονται ως «ειδικοί», στην τυφλή γευσιγνωσία και χωρίς το «δίχτυ ασφαλείας» της ετικέτας, αδυνατούν να περιγράψουν αυτό που δοκιμάζουν ή το περιγράφουν εντελώς λάθος. Η αμιγώς αισθητηριακή ανάλυση δεν είναι «παίξε-γέλασε», χρειάζεται προσωπική εκπαίδευση, εμπειρία χρόνων, θάρρος και ευγλωττία. Και βέβαια η τυφλή γευσιγνωσία αποτελεί και το καλύτερο εργαλείο αυτό-εκπαίδευσης, καθώς μας αναγκάζει να βασιζόμαστε εξ ολοκλήρου στη μύτη και στον ουρανίσκο μας, αλλά και το πιο σημαντικό· ενισχύει τη συνειδητότητά μας.