previous
next

Η ενήλικη νοσταλγία του Boulevardier

Guests

του Νίκου Ζαχαριάδη*

 

Στη ντισκοτέκ, στο μικρό επαρχιακό θέρετρο κάπου στην Πελοπόννησο, μια παρέα εφήβων, ετοιμάζεται να αποχαιρετίσει το καλοκαίρι. Είναι ένα από εκείνα τα γλυκά καθησυχαστικά βράδια του Σεπτέμβρη, που οι μεγάλοι σου λένε να πάρεις μαζί σου μια ζακέτα για την ψύχρα, αλλά η έξαψη της βραδιάς σε κάνει να την ξεχνάς σε κάποια καρέκλα.

Φυσικά και υπάρχει αυτή η αίσθηση του επείγοντος, καθώς η επιστροφή στην πόλη είναι πλέον ορατή και η προαιώνια εφηβική σοφία, τους υπενθυμίζει ότι τίποτα από όλα αυτά που ζουν εκείνες τις ώρες δεν πρόκειται να το ξαναζήσουν. Ναι, του χρόνου θα είναι όλοι πάλι εκεί, αλλά θα είναι ένα χρόνο μεγαλύτεροι και διαφορετικοί. Και οι διαφορές αυτές μετριούνται σε αιώνες.

Η παρέα γνωρίζεται πολλά χρόνια, γιατί οι οικογένειές τους παραθέριζαν εκεί από τότε που πήγαιναν νηπιαγωγείο. Φέτος όμως το καλοκαίρι ήταν διαφορετικό. Είναι σα να διακόπηκε απότομα ο ειρμός του παιχνιδιού από μια ξαφνική παρεμβολή. Η πάλη στην άμμο με τα κορίτσια, απέκτησε άλλο, κρυφό και ένοχο νόημα. Τα στήθη τους ξαφνικά άρχισαν να μοιάζουν κυρίαρχα στο χώρο, όπως ποτέ παλιά. Και τα απογεύματα με το ποδόσφαιρο δεν είναι ποτέ πια τόσο ξένοιαστα. Γιατί παρακολουθούν τα κορίτσια.

Ο Ν. έχει παραπάνω λόγους να νιώθει την πίεση του χρόνου. Απόψε το βράδυ, είναι η τελευταία του ελπίδα να της μιλήσει. Εδώ και μέρες παίζει ξανά και ξανά στο μυαλό του τις μικρές φαινομενικά ασήμαντες λεπτομέρειες των κινήσεών της. Τα σφιξίματα στο μπράτσο του, τους περίεργους ψιθύρους της με τα άλλα κορίτσια, κάτι μισόλογα ότι τον σκέφτεται.

Η ντισκοτέκ, με την τσιμεντένια πίστα, το χαλίκι, τις πικροδάφνες και το μπαρ με επένδυση μπαμπού, δεν θα υπάρχει σε δύο χρόνια. Μόνοι μάρτυρες ότι η βραδιά αυτή υπήρξε πραγματικά, θα είναι μόνο οι φίλοι που βρίσκονται εκεί και ό,τι θυμάται ο καθένας. Όμως ακόμα κανείς δεν το ξέρει, αυτό.

Εκείνη με τις φίλες της, χορεύει στην πίστα το Moonchild του Rory Gallagher. Κάποιος έχει φέρει γλυκό βερμούτ από το σπίτι. Το άρωμά του στις αναπνοές, ανακατεύεται με τη τσιχλόφουσκα και τον κοριτσίστικο ιδρώτα. Κάπως έτσι θα μυρίζει στο εξής η καύλα.

Φιλιούνται βιαστικά λίγο πριν εκείνη γυρίσει στο σπίτι. Δεν έχει καθόλου φεγγάρι, και δεν θα καταφέρει ποτέ να δει το πρόσωπό της, ώστε να το θυμάται όλα τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του. Έχει όμως τη γεύση του γλυκού βερμούτ στο στόμα του. Σαν σημείο αναφοράς για όλα τα φιλιά που θα ακολουθήσουν. Φιλιά πολύ πιο πλήρη, πιο άρτια και πιο ερωτευμένα. Αλλά ποτέ ίδια με αυτό.

Γι’ αυτό, ακόμα και σήμερα, όταν κάθεται μόνος του σε ένα μπαρ προσπαθεί να ξαναβρεί τη γεύση εκείνου του φιλιού. Και ανατρέχει στη βοήθεια ενός Boulevardier. Γιατί το Boulevardier, είναι φτιαγμένο από τα υλικά των αναμνήσεων. Και αποτελεί τον ακλόνητο προσωπικό του μάρτυρα πως όλα αυτά, εκείνο το εφηβικό βράδυ του Σεπτέμβρη, συνέβησαν πραγματικά.

*Πίσω από τις πολλαπλές προσωπικότητες του κ. Ζαχαριάδη, κρύβεται ένα διαχρονικό αξίωμα: «Η σοβαροφάνεια είναι το τελευταίο καταφύγιο του βλάκα». Ως εκ τούτου, από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, όπου εγκατέλειψε μια πολλά υποσχόμενη καριέρα ως κριτικός κινηματογράφου, μέχρι σήμερα, πορεύεται με την ακλόνητη πίστη, ότι η κωμική πλευρά των πραγμάτων, είναι αυτή που αποκαλύπτει την πραγματική τους διάσταση.
Ανήκει στη γενιά που πέρασε τη δεκαετία του ’90 στα γραφεία των λεγόμενων «lifestyle περιοδικών» («Max», «Nitro» κοκ) τότε που lifestyle δεν σήμαινε «κουτσομπολιά για τηλεοπτικούς celebrities». Στη συνέχεια πέρασε στην πολιτική κωμωδία («Πρώτο Θέμα», «Athens Voice», «Moufanet»), όπου πολλές φορές αισθάνεται σα να κλέβει εκκλησία.
Έγραφε τις Απορίες ενός Ζαλισμένου Αθηναίου στο περιοδικό DownTown και συνεχίζει να μην καταλαβαίνει γιατί τα βιογραφικά είναι γραμμένα στο 3ο πρόσωπο.
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΥΤΟ ΕΓΡΑΨΕ
ΑΦΗΣΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ

"Η ενήλικη νοσταλγία του Boulevardier"

Guests

Δημοσιεύτηκε στις 12/09/2013