Το αλκοόλ στον κόσμο του Ζορζ Σιμενόν και του Επιθεωρητή Μαιγκρέ
Γιαννης Κοροβεσης•Articles
Όταν μιλάμε για αστυνομική λογοτεχνία ή -ακόμη πιο συγκεκριμένα- για μυθοπλασία Νουάρ, τότε οι σκληροί ντετέκτιβ, οι femmes fatales και τα αμυδρά φωτισμένα, γεμάτα καπνό σοκάκια που «μυρίζουν» εγκλήματα πάθους δεν αποτελούν τα μοναδικά, βασικά τους στοιχεία. Το αλκοόλ αποτελεί σχεδόν αναπόσπαστο, δομικό στοιχείο, όχι μόνο λόγω της εποχής που συνήθως διαδραματίζονται αυτά τα -συχνά παραμελημένα- διαμάντια της λογοτεχνίας, αλλά και ως αντανάκλαση των θολών, των εύπλαστων ηθών της κοινωνίας και της προσωπικότητας των ίδιων των ηρώων, σημάδι κατατεθέν των λογοτεχνικών αυτών ειδών. Από το τσούγκρισμα ενός ποτηριού ουίσκι από τον πρωταγωνιστή, μέχρι τις ανώνυμες φιγούρες που κανακεύουν τα ποτά τους σε σκοτεινές γωνιές, το αλκοόλ έχει επιτελέσει το έργο του ως εργαλείο δημιουργίας ατμόσφαιράς, αλλά και αντικείμενο που καθορίζει την πλοκή. Διαθέτει τη δύναμη να κάνει τη γλώσσα να τρέξει ροδάνι, να αποκαλύψει μυστικά και μερικές φορές να σφραγίσει τη μοίρα. Το αλκοόλ, ειδικά στη μυθοπλασία Νουάρ, έχει γίνει χαρακτήρας από μόνο του, με ολόδική του αφήγηση, προσθέτοντας στρώματα πολυπλοκότητας σε ιστορίες όπου το διακύβευμα είναι τόσο υψηλό, όσο και οι αλκοολικοί βαθμοί στα αποστάγματα που τις τροφοδοτούν. Ένας από τους πλέον χαρακτηριστικούς συγγραφείς που χρησιμοποίησαν το αλκοόλ στις ιστορίες του με μεγάλη αποτελεσματικότητα και χαρακτηριστική ευκολία είναι και ο Ζορζ Σιμενόν, τόσο στα επονομαζόμενα «σκληρά» του (Roman Durs), όσο και σε εκείνα με πρωταγωνιστή τον Επιθεωρητή Μαιγκρέ.
Δε θυμάμαι πως ήρθε η κουβέντα, μερικές εβδομάδες πριν, με τον Δημήτρη και τον Σπήλιο, -εντάξει, το καλοκαίρι ενδείκνυται για αστυνομικό- και πιάσαμε την κουβέντα για τον Μαιγκρέ. Ο Δημήτρης, καταξιωμένος Έλληνας συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας, και ο Σπήλιος, αναγνώστης και μέγας φαν του Νουάρ, -και οι δύο συλλέκτες βιβλίων- μπήκαν σε οίστρο μόλις ξεκίνησε η κουβέντα και ενώ εγώ σημείωνα επιμελώς τα αδιάβαστά μου του Σιμενόν. Μετά από νέες αγορές και εκ νέου επισκέψεις στο τεράστιο έργο του πολυγραφότατου Βέλγου συγγραφέα, αποφάσισα να γράψω μερικές αράδες για τις αναφορές του στο αλκοόλ.
Περνό, μπίρα, calvados, armagnac και marc
Οι νουβέλες του Ζορζ Σιμενόν χρησιμεύουν, μεταξύ άλλων, και ως ένα μεγάλο back bar με ποτά, από εκείνα που λατρεύουμε να χαζεύουμε, αναζητώντας τι θα πιούμε. Αρκετά συχνά συναντάμε σε αυτές το πολυθρύλητο Pernod, ένα παστίς που εμφανίζεται σε πολλές παριζιάνικες σκηνές. Το απεριτίφ αυτό με γεύση γλυκάνισου, που πίνεται αραιωμένο με νερό, αποτελεί πρωταγωνιστή στα βράδια του επιθεωρητή Μαιγκρέ και λειτουργεί τις περισσότερες φορές ως έμπιστος σύντροφός του.
Ο Μαιγκρέ όμως έπινε πολύ συχνά και μπίρα. Η απεικόνιση του Simenon δεν δείχνει απλώς έναν ντετέκτιβ που ξεδιψά, αλλά έναν άντρα που αναζητά την παρηγοριά από τη ρουτίνα του ταραγμένου κόσμου του. Ο Δημήτρης ανακαλεί την περιβόητη σκηνή που ο Μαιγκρέ, μέρα μεσημέρι, στέλνει τον βοηθό του στην τοπική μπρασερί για να φέρει μπίρες και σάντουιτς. Αφού κατεβάσει από δύο, συνεχίζει την ανάκριση.
Και φυσικά, δε θα μπορούσα να παραβλέψω το marc, κάτι σαν το δικό μας τσίπουρο, αφού marc στη Γαλλία ονομάζουν το απόσταγμα στεμφύλων. Ιδιαίτερα αγαπητό στη γαλλική επαρχία, ο Σιμενόν το βάζει στο χέρι του Μαιγκρέ όταν εκείνος εκδράμει προς αυτή την κατεύθυνση.
Και βέβαια, το Calvados -συχνότερα από το κονιάκ- και το Armagnac, και τα δύο πηγαίνουν κι έρχονται ουκ ολίγες φορές στα χέρια των πρωταγωνιστών του Σιμενόν, άλλοτε ως καύσιμο ενόψει της δύσκολης συνέχειας, κι άλλοτε ως παρηγοριά.
Ο Σιμενόν, παρόλα αυτά, δεν περιορίζεται σε αναφορές γαλλικών αποσταγμάτων και ποτών. Από τις νουβέλες του δε λείπει το τζιν, αλλά και το ουίσκι, όπως στον Πάτο του Μπουκαλιού, πιο πρόσφατο λογοτεχνικό μου ανάγνωσμα από τα περίφημα Roman Durs του Σιμενόν.
Το αλκοόλ ως ατμόσφαιρα στον Σιμενόν
Αυτό που είναι πραγματικά αξιοσημείωτο σχετικά με τη χρήση ποτών από τον Σιμενόν δεν είναι απλώς η παρουσία τους, αλλά το πώς είναι περίπλοκα κεντημένα στο υλικό της ιστορίας. Στήνουν το σκηνικό, αλλάζουν τη διάθεση και εισάγουν χαρακτήρες.
Ένα ζεστό μπιστρό με χαμηλό φωτισμό και τη ζεστή λάμψη ενός μπουκαλιού κονιάκ ακτινοβολεί ασφάλεια, μια ανάπαυλα από τον σκληρό παριζιάνικο χειμώνα. Αντίθετα, ένα βρώμικο μπαρ με πάτωμα που κολλάει και τζιν αντικατοπτρίζει την απαίσια και θορυβώδη πλευρά της πόλης. Μέσα από την ομίχλη του αλκοόλ, ο Βέλγος συγγραφέας ζωγραφίζει τόσο τη μεγαλοπρέπεια, όσο και την αθλιότητα της γαλλικής πρωτεύουσας.
Αλκοολικές ενοράσεις στις ιστορίες του Σιμενόν
O Σιμενόν όμως χρησιμοποιεί τα ποτά, όχι μόνο για την ατμόσφαιρα, αλλά και ως μεγεθυντικό φακό, εστιάζοντας στις περίπλοκες λεπτομέρειες της ανθρώπινης φύσης. Βρίσκεται μέσα στις πιο μυστικές εξομολογήσεις, σε επιβλητικές ατάκες που εκτυλίσσονται μέσα στις σελίδες των ιστοριών του, αλλά και στις πιο γαλήνιες περισυλλογές πλάι σε ένα ποτήρι calvados, όλες στιγμές με τις οποίες ο Μαιγκρέ οδηγεί τον αναγνώστη σε αποκαλυπτικές ενοράσεις για τις πιο μύχιες σκέψεις, αλλά και την ίδια την ψυχή ενός χαρακτήρα.
Η αλχημεία της αφήγησης και των αποσταγμάτων
Στον κόσμο του Μαιγκρέ, τα ποτά δεν είναι απλώς ποτά· είναι αφηγητές, storyteller, ρυθμίζουν τη διάθεση και λαξεύουν χαρακτήρες. Προσφέρουν ένα μεθυστικό αναμειγνυολόγημα ασφάλειας και άνεσης, αποκάλυψης και μερικές φορές λήθης, μέχρι και κάθαρσης. Ο Σιμενόν μας περιλούζει με μαεστρία με την αγάπη του για το Παρίσι, τους ανθρώπους του και τα διάφορα αποστάγματά του σε κάθε του νουβέλα, αφήνοντας εμάς -τους αναγνώστες του- μεθυσμένους από την απόλυτη λαμπρότητα της τέχνης του.
Εμείς αυτό που μπορούμε να κάνουμε, την επόμενη φορά που θα πιάσουμε στα χέρια μας μια νουβέλα του Σιμενόν, είναι να τη συνδυάσουμε με ένα ποτήρι Pernod, μια παγωμένη μπίρα ή ένα ουίσκι. Καθώς η αφήγηση ξετυλίγεται, μπορεί απλώς να διαπιστώσουμε πως το ποτό στο χέρι μας ενισχύει τις γεύσεις της ιστορίας!