Είναι τελικά η Ελλάδα «ένας μισοτελειωμένος φραπές»; Τέσσερις απόψεις για τη δήλωση της Σάττι και το «εθνικό» μας ρόφημα
Γιαννης Κοροβεσης•Articles
Θανάσης Νικολής, επικεφαλής roaster στην εταιρεία KUDU και εισηγητής
– Ποια είναι η σχέση σας με τον καφέ;
Ασχολούμαι επαγγελματικά με τον καφέ περισσότερα από είκοσι χρόνια. Είμαι πιστοποιημένος Q Grader και εργάζομαι ως επικεφαλής roaster στην εταιρεία Kudu τα τελευταία δέκα χρόνια. Έχω εκπαιδεύσει εκατοντάδες ανθρώπους του χώρου ως εισηγητής αντίστοιχων σεμιναρίων στη Bar Academy, έχω διατελέσει κριτής σε πανελλήνια πρωταθλήματα και έχω λάβει ο ίδιος μέρος σε πολλούς διαγωνισμούς κατακτώντας το πανελλήνιο πρωτάθλημα το 2013, ενώ στο παγκόσμιο έλαβα την 11η θέση. Εκ των πραγμάτων λοιπόν, η σχέση μου με τον καφέ είναι τόσο προσωπική, όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο και κρατά πολλά πολλά χρόνια. Ορίζει την καθημερινότητα και την επαγγελματική μου πορεία.
– Τι είναι ο φραπές για την Ελλάδα και «είναι η Ελλάδα ένας μισοτελειωμένος φραπές»;
Πολλές φορές οι μαθητές μου με ρωτούν τη γνώμη μου για τον φραπέ. Οι απαντήσεις μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια πραγματικά έχουν αλλάξει, όπως κι εγώ ως άνθρωπος ωριμάζω, έτσι κι οι απόψεις μου έχουν στρογγυλέψει αρκετά.
Για εμένα ο καφές αποτελεί προϊόν πολυτελείας, ένα προϊόν που κανείς μας δεν το χρειάζεται για να επιβιώσει. Αυτό το εντάσσει κατευθείαν στο πλαίσιο της γαστρονομικής απόλαυσης. Αμέσως αμέσως έχουμε λοιπόν δύο διαφορετικούς κόσμους, οι οποίοι είναι αποδεκτοί και πρέπει να είναι αποδεκτοί, από τον κόσμο που καταναλώνει ένα προϊόν πολυτελείας και δαπανά χρήματα γι’ αυτό, αλλά μη ξεχνάμε και τον κόσμο που το καταναλώνει για την ψυχοτρόπο δράση του· όλοι πίνουν καφέ για να ξυπνήσουν, να πάνε τουαλέτα ή για να συνοδεύσουν το τσιγάρο τους. Υπάρχει λοιπόν αυτό το κοινό και πάντα θα υπάρχει.
Έχω πει πολλές φορές και έχω σοκάρει μαθητές θα τελευταία χρόνια λέγοντάς τους πως είναι καλύτερο να πιείς έναν φραπέ, παρά έναν κακά εκχυλισμένο εσπρέσο. Ο φραπές κατέχει τη θέση του στη κατανάλωση, αυτή δεν είναι μικρή και οφείλουμε να τη σεβαστούμε. Από την άλλη όμως πρέπει να δούμε την πραγματική χρήση του φραπέ και πότε αυτή ξεκίνησε.
Ο στιγμιαίος καφές, όπως το λέει και ίδια η λέξη, αποτελεί κάτι που κατασκευάστηκε για να φτιάχνεται στιγμιαία, που σημαίνει πως φτιάχτηκε για να εξυπηρετήσει κάποιες συγκεκριμένες ανάγκες, όπως το κολατσιό σε τοποθεσία που δεν υπάρχει διαθέσιμος εξοπλισμός, το τονωτικό του εργάτη που βρίσκεται σε εξωτερικό χώρο ή του φαντάρου, κοκ Από την άλλη, όχι, ο φραπές δεν αποτελεί γαστρονομική εμπειρία, καθώς τα τελευταία χρόνια, όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, δε θυμάμαι ποτέ να μύρισα διαφορετικά αρώματα σε αυτόν. Αποτελεί λοιπόν ένα προϊόν που δημιουργήθηκε για να εξυπηρετεί συγκεκριμένες ανάγκες και κάποια στιγμή μπήκε και στα καφέ, αλλά και στα σπίτια μας και στις παρέες μας και έγινε συνήθεια.
Κάπως έτσι άλλωστε ήρθε και ο λεγόμενος «γαλλικός καφέ», όπου αρχικά τον πρέσαραν και στη συνέχεια πατούσαν ένα κουμπί και τον άφηναν να τρέχει και να βγάζει ένα μαύρο ζουμί, που, οκ, καλό ήταν για να παίρνουμε καφεΐνη, να κάνουμε και κανένα τσιγαράκι, να λέμε και δυο κουβέντες με τον συνάδελφο στο διάλειμμα της δουλειάς.
Πλέον όμως ο καφές στη σύγχρονη εποχή δεν είναι μόνο αυτό. Δεν καλύπτει μόνο αυτές τις ανάγκες, παρά προσφέρει και γαστρονομική απόλαυση σε πολλά επίπεδα.
Είναι λοιπόν η Ελλάδα ένας μισοτελειωμένος φραπές ή μισή κούπα ελληνικού καφέ; Δεν είναι τίποτα από τα δύο. Και τα δύο αποτελούν μέρος της ιστορίας μας και εν μέρει της σημερινής εποχής, αλλά όχι, δεν είναι η σύγχρονη Ελλάδα, καθώς τα τελευταία είκοσι χρόνια ο κόσμος αποδεικνύει πως γι’ αυτόν η γαστρονομική εμπειρία κατέχει μεγαλύτερο ρόλο από την καφεΐνη απλώς και τη δράση της. Αυτό φαίνεται από την ραγδαία ανάπτυξη των speciality coffee shop, από την αντίστοιχη ανάπτυξη της εστιατορικής σκηνής και τη μεγάλη εξέλιξη των κοκτέιλ στο χώρο μας. Καλό είναι να μην ξεχνάμε, αλλά καλό είναι να και βλέπουμε στο σήμερα και μπροστά και όσοι προβάλλουν την Ελλάδα να τη προβάλλουν γι’ αυτά που είναι και γι’ αυτά που ήταν, χωρίς παρορμητικές δηλώσεις.