RTD: Όλα όσα δε γνωρίζετε για τα έτοιμα κοκτέιλ
Γιαννης Κοροβεσης•Articles
Μπορεί να έχετε ακούσει ή να γνωρίζετε τους όρους· RTD (Ready To Drink) και RTS (Ready To Serve). Πρόκειται πρακτικά για κοκτέιλ που έχουν αναμειχθεί από πριν (pre-mixed), αλλά και τσάγια με γεύσεις, έτοιμα ροφήματα καφέ, ακόμη και ενεργειακά ποτά, οτιδήποτε έχει περισσότερα από ένα συστατικό και πωλείται σε συσκευασία, συνήθως ατομική. RTS όταν αποκαλούνται όταν χρειάζονται ποτήρι για να καταναλωθούν, RTD όταν μπορεί κάποιος να τα πιεί και από τη συσκευασία. Τώρα, αν νομίζετε πως αυτή η γιγαντιαία πλέον κατηγορία είναι κάτι καινούριο ή σχετικά καινούριο, τότε γελιέστε· διαθέτουν ιστορία περισσότερη του αιώνα και η εξέλιξή τους μέσα στο χρόνια είναι εντυπωσιακή, διεκδικώντας σήμερα ένα αξιοζήλευτο μερίδιο αγοράς. Στο παρόν θα ασχοληθώ μόνο με τα αλκοολούχα RTD και RTS.
RTD – Η αρχική ιδέα
Από την πρώτη, σχεδόν, στιγμή που παρασκευάστηκαν τα πρώτα ποτά που ήταν προϊόντα ανάμειξης, ιδίως εκείνα που παρασκευάζονταν σε μεγάλες ποσότητες -βλέπε punch– παρουσιάστηκε η επιθυμία να μπορεί κάποιος να τα απολαμβάνει σε διαφορετικές στιγμές, αλλά και η ανάγκη να μην πηγαίνει όλη αυτή η ποσότητα χαμένη. Στο punch συγκεκριμένα, όταν παρασκευαζόταν για τις ανάγκες μιας συνάντησης ή ενός πάρτι μια μεγάλη ποσότητα από κοκτέιλ σε ένα μεγάλο μπολ, από το οποίο σέρβιρε ο οικοδεσπότης τους παρευρισκόμενους, ήταν πολύ συνηθισμένο κάποια ποσότητα να περισσέψει. Αυτή η ποσότητα συνήθως αποθηκευόταν σε κάποιο μπουκάλι ή άλλο δοχείο, για να μην πεταχτεί και την έπιναν την επόμενη μέρα. Σκεφτείτε πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ήταν ένα πρώιμο RTS… αλλά δεν ήταν.
Το πρώτο, ίσως, RTS της ιστορίας, ήταν το Pimm’s Cup. Μια μυστική συνταγή που αναμείγνυε τζιν με κρασί, σιρόπια και λικέρ και εκχυλίσματα εμφιαλωνόταν σε γυάλινη φιάλη και αραιωνόταν κατά το σερβίρισμα με ανθρακούχα λεμονάδα. Αυτά εν έτει 1840!
Ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα και μερικά χιλιάδες μίλια μακριά, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και στο ξενοδοχείο Heublein, στο Hartford του Connecticut είχαν -κατά τύχη- μια άλλη ιδέα. Οι μπάρμαν του είχαν προετοιμάσει Manhattan και Martini σε μεγάλες ποσότητες για να πάρουν μαζί τους οι πελάτες τους σε ένα πικνίκ. Ο καιρός τους τα χάλασε, το πικνίκ αναβλήθηκε και τις δύο επόμενες ημέρες και οι μπάρμαν θεώρησαν πως έπρεπε να πετάξουν τα κοκτέιλ. Λίγο πριν το κάνουν, αποφάσισαν να τα δοκιμάσουν και -ώ, εκ του θαύματος-, όχι μόνο δεν είχαν χαλάσει, αλλά είχαν γίνει και καλύτερα! Τα σέρβιραν στους πελάτες του ξενοδοχείου και αποφάσισαν να δημιουργήσουν το εμπορικό σήμα ‘’Outing Club Cocktails’’, το οποίο έγινε γνωστό στη συνέχεια ως ‘’Club Cocktails’’, δημιουργώντας πραγματικό χαμό στη δεκαετία του ’50, ενώ είχε δημιουργηθεί και το ομώνυμο brand! Club Cocktails και Heublein αποτελούσαν τότε τους δύο μεγαλύτερους παίκτες και με την άνοδο της λιανικής πώλησης, είχαν αποφασίσει να στοχεύσουν στην πώληση έτοιμων κοκτέιλ για το σπίτι.
Ο πελάτης με τα RTD ή/και τα RTS κατόρθωνε να απολαμβάνει ένα ποτό στο σπίτι του -ή όπου αλλού- χωρίς να χρειάζεται γνώσεις και κόπο για να το παρασκευάσει. Και ήταν κάθε φορά ίδιο.
Η μεγάλη έκρηξη των RTD
Στη δεκαετία του ’80 ιδρύεται η Bartles & Jaymes με τα εμφιαλωμένα, μίνι Wine Coolers (κρασί με χυμό) τους, που σήμερα έχουν αντικατασταθεί από τσίγκινα κουτάκια, η Heublein κυκλοφορεί το 1976 μια σειρά από εμφιαλωμένα αλκοολούχα «κοκτέιλ» με βάση το γάλα, με όνομα ‘’Malcolm Herefords Cows’’, ενώ την ίδια περίοδο λανσάρονται και τα ‘’Burrough’s Mixed Doubles’’, ίσως τα πρώτα RTD που αποτελούνταν από ένα απόσταγμα και ένα αναψυκτικό. Άρα είχαμε τα πρώτα εμφιαλωμένα, ατομικά τζιν με τόνικ, βότκα με τόνικ ή ανθρακούχα λεμονάδα (sprite), ουίσκι με ginger ale ή λεμονάδα και ρούμι με κόκα κόλα.
Και κάπου εκεί στις αρχές του 1990, οι μεγάλες πολυεθνικές αποφάσισαν να μπουν στο παιχνίδι. Το 1993 η Bacardi κυκλοφορεί τα Breezer και η Smirnoff το 1996 το Mule και τρία χρόνια αργότερα το Ice, η Αγία Τριάδα των RTD, τετράδα μαζί με το Gordon’s Space, τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο. Τα τρία τους ταξίδεψαν μέσα από εκατομμύρια φιάλες σε κλαμπ, σε beach bar, σε συναυλιακούς χώρους, σε σκάφη, σε εφηβικά πάρτι στο σπίτι και οπουδήποτε υπήρχε η «ανάγκη» για κάτι εύκολο και διαφορετικό σε αλκοόλ από τη μπίρα. Γι’ αυτό άλλωστε και από το δικό της μερίδιο έλαβε η κατηγορία των RTD.
Σήμερα τα RTD και RTS έχουν εξελιχθεί και διαφοροποιηθεί αρκετά σε σχέση με τα πρώιμα εκείνα προϊόντα. Τρεις είναι οι βασικές τάσεις που εμφανίζονται μέσα από την κατηγορία και αντανακλώνται στα προϊόντα τους:
- Υψηλότερο ποσοστό αλκοόλ
- Συνειδητές επιλογές που αφορούν στην υγεία – χαμηλές θερμίδες, χαμηλή ζάχαρη, συστατικά βιολογικής ή/και αειφόρας παραγωγής
- Σούπερ πρίμιουμ προϊόντα
Τι γίνεται σήμερα με τα έτοιμα κοκτέιλ;
Σε αυτό το πλαίσιο και επί ελληνικού εδάφους, δημιουργήθηκαν και τα RTD Synaesthesia. Φτιάχνονται στον Βόλο από τους Χρήστος Αλεξάκη και Γιώργος Γαργαρέτα, εμφιαλώνονται σε διάφορες εκδόσεις/εκφράσεις και διανέμονται σε όλη την Ελλάδα. Δείτε εδώ τι είχα γράψει για αυτά.
Κάπου εκεί, χωρέστε και τα Hard Seltzer, για τα οποία έχει γράψει αναλυτικά ο Κυριάκος Πιερράκος σε προηγούμενο άρθρο και θα δείτε πως περίπου διαμορφώνεται η συνολική κατηγορία των RTD και των RTS. Σύμφωνα με την GlobalData, η παγκόσμια αγορά των RTD εκτιμάται στα 2,2 τρισεκατομμύρια δολάρια για το 2023 και υπολογίζεται να μεγαλώσει με έναν ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) μεγαλύτερο του 5% μέχρι το 2028!
Ο τόσο μεγάλος ρυθμός ανάπτυξης έχει ερευνηθεί πως οφείλεται κυρίως στην ανάγκη του κόσμου για καταναλωτικές επιλογές που του προσφέρουν άνεση, πρώτα από όλα, οι νέες αγορές Ασία και λατινική Αμερική που ανοίγουν στην κατηγορία, αλλά και οι καινοτομίες στον τομέα της συσκευασίας που κάνουν το προϊόν πιο θελκτικό προς ολοένα και μεγαλύτερο κοινό.