Καλή οινική χρονιά με εμφιαλωμένο ελληνικό κρασί, μέρος 1ο
Γιοβαννα Λυκου•Articles
Το Καλοκαίρι έφυγε, το Καλοκαίρι πάει, και το Φθινόπωρο που το διαδέχτηκε με τη σειρά του έφερε, μεταξύ άλλων, την καθημερινότητα και ό,τι αυτή σημαίνει για τον καθένα από μας. Μολύβια και ξύστρες γέμισαν τις κασετίνες μαθητών, ξυπνητήρια κουρδίστηκαν και οι πολίτες απολαμβάνοντας ένα απεριτίφ μετά τη δουλειά, αναπολούν τις αυγουστιάτικες βουτιές τους.
Η ζωή το Φθινόπωρο μοιάζει σα μια επανεκκίνηση στις δραστηριότητες, αλλά και στα όνειρα των ανθρώπων. Παρόλη τη μελαγχολία που έχει ο αποχαιρετισμός του θέρους, συχνά η παρηγοριά έρχεται από το ελπιδοφόρο συναίσθημα πως τα σχέδια που έχουμε κάνει θα πραγματοποιηθούν και θα επιτύχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Μια παρόμοια συνθήκη αναπόφευκτα βιώνει και το εμφιαλωμένο ελληνικό κρασί που, με τη συγκυρία του τρύγου και εν αναμονή της νέας εσοδείας, κάνει τη δική του έναρξη της σεζόν ή αλλιώς της νέας οινικής χρονιάς. Ποιά είναι όμως τα ζητήματα στα οποία θα έπρεπε να σταθούμε ώστε αυτή η νέα οινική χρονιά για το εμφιαλωμένο ελληνικό κρασί να έχει θετική και ευχάριστη έκβαση;
Η κατανάλωση εμφιαλωμένου ελληνικού κρασιού
Μπορεί πλέον να έχετε βαρεθεί να το ακούτε, αλλά εμείς μέχρι να εκλείψει το φαινόμενο του «χύμα κρασιού» δε θα βαρεθούμε να το λέμε. Είναι ζωτικής σημασίας να κατανοήσουν οι καταναλωτές και ενδεχομένως και ορισμένοι επιχειρηματίες στο χώρο της εστίασης οι οποίοι επιμένουν «χύμα», πως όταν λέμε κρασί εννοούμε το επώνυμο εμφιαλωμένο κρασί και μόνο.
Οι λόγοι είναι κυρίως ποιοτικοί και οικονομικοί. Ένα εμφιαλωμένο κρασί, ακόμα και ένα μέτριο γευστικά, δεν παύει να είναι ένα προϊόν για το οποίο τηρούνται τα απαραίτητα ποιοτικά δεδομένα και έχει περάσει από κατάλληλους ελέγχους. Σε περίπτωση σφάλματος, ακριβώς λόγω της επωνυμίας του προϊόντος, μπορούμε ανά πάσα στιγμή να απευθυνθούμε στον παραγωγό ή και στην εταιρεία διανομής. Αντίστοιχα, αν ένα κρασί μας αρέσει, μπορούμε να το αναζητήσουμε και να το προμηθευτούμε ξανά.
Επίσης, τα εμφιαλωμένα κρασιά, σε αντίθεση με τα «χύμα» που δρουν πειρατικά και άνομα, πληρώνουν φόρους στο ελληνικό κράτος και συντελούν στην ενίσχυση της κρατικής οικονομίας.
Στο ζήτημα μεγάλη ευθύνη βεβαίως έχουν και οι χώροι εστίασης. Είναι συχνό, αλλά θλιβερό, φαινόμενο το κρασί να μπαίνει σε δεύτερη μοίρα από τις ίδιες τις επιχειρήσεις. Αν αυτό βέβαια αντικατοπτρίζει τη φιλοσοφία ενός μαγαζιού είναι κάτι απολύτως σεβαστό, καθώς δεν μπορείς να υποχρεώσεις κάποιον να έχει μεγάλη λίστα στο μαγαζί του, αν αυτό έρχεται σε κόντρα με το χαρακτήρα του χώρου και τον προϋπολογισμό του.
Αυτό όμως που πρέπει να καλλιεργηθεί και δεν είναι διαπραγματεύσιμο είναι η έννοια της ποιότητας. Μπορεί κάλλιστα ένα μαγαζί να διαθέτει μία επιλογή σε κρασί, αλλά δε μπορεί αυτό το κρασί να μην είναι ποιοτικό -και αυτονόητα εμφιαλωμένο. Κι αν στον αντίποδα μιας τέτοιας τοποθέτησης μπαίνει το οικονομικό ζήτημα μια έρευνα αγοράς -ίσως και με τη βοήθεια των ειδικών που αναφέρονται παρακάτω- να πείσει πως υπάρχουν οικονομικότατες επιλογές εμφιαλωμένου κρασιού.
Η αλήθεια βέβαια είναι πως τα μαγαζιά έχουν επιδείξει τα μέγιστα της προόδου στο συγκεκριμένο ζήτημα. Η ζήτηση από το καταναλωτικό κοινό έχει οδηγήσει τις επιχειρήσεις σε άρτιες οινικές επιλογές οι οποίες συχνά εκπλήσσουν με την έμφαση στην εντοπιότητα (προωθούνται κρασιά της περιοχής) ή και με τη συνδυαστική με το φαγητό, ακόμα και το finger-food.
Η κατάρτιση και η εκπαίδευση των επαγγελματιών
Η γνώση είναι δύναμη. Οι καταναλωτές, ακόμα και οι οινόφιλοι, δεν είναι πάντα σε θέση –και δεν είναι καν υποχρεωμένοι- να έχουν πλήρη εικόνα για το κρασί και τα χαρακτηριστικά του. Η ευθύνη της εξειδίκευσης και της κατάρτισης ανήκει στους επαγγελματίες. Αυτοί οφείλουν να στρωθούν να διαβάσουν, να δοκιμάσουν, να εκπαιδευτούν και να εξασκηθούν.
Η παρουσία αξιόλογων σχολών πάνω στον τομέα του κρασιού, μπορεί να θέσει μία γερή γνωστική βάση την οποία μετέπειτα, δεδομένου ότι το κρασί έχει πολύ προσωπική δουλειά, ο κάθε επαγγελματίας θα εξελίξει και θα βελτιώσει. Εξάλλου η δομή και ο προγραμματισμός που συνεπάγεται μια φοίτηση σε οινική σχολή μπορεί να προσφέρει μία ολιστική και ασφαλή προσέγγιση στο αντικείμενο.
Εκτός από το πλήρες πρόγραμμα σπουδών, πολλές σχολές οργανώνουν και μεμονωμένα σεμινάρια. Συχνά μάλιστα πολλά εξ αυτών δεν απευθύνονται μόνο σε επαγγελματίες, αλλά και σε καταναλωτές οι οποίοι θέλουν να διευρύνουν τους οινικούς τους ορίζοντες. Βεβαίως, θεμιτό –και κανονικά απαραίτητο- είναι όταν η ίδια η επιχείρηση οργανώνει εκπαιδεύσεις για το προσωπικό της.
Ένας προγραμματισμός δοκιμών ατομικά ή σε ομάδα, παιχνίδια μεταξύ συναδέλφων και φίλων με τυφλές γευσιγνωσίες, ένα οινικό ημερολόγιο δοκιμών και μελέτης, επισκέψεις σε οινοποιεία και μαγαζιά με ενημερωμένη λίστα κρασιών, είναι μερικά μόνο καθημερινά τρικ τα οποία συντελούν στην προσωπική βελτίωση και κατάρτιση.
Τέλος οι εκθέσεις κρασιού είναι μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για κάποιον να δοκιμάσει σε ένα χώρο συγκεντρωμένα κρασιά παραγωγών και συχνά κρύβουν εκπλήξεις πρώτων κυκλοφοριών από νέες σοδειές όπως επίσης και φυλαγμένα μέχρι πρότινος διαμαντάκια περασμένων εσοδειών.