Στο μαγικό κόσμο του Hendrick’s
Θεοδωρος (Ted) Λελεκας•Sip with me
Ναι, ξέρω. Με έχετε συνηθίσει να γράφω για κρασί. Έτσι είχα συμφωνήσει με το BitterBooze, μη νομίζετε. Αλλά στο τελευταίο μου ταξίδι έζησα μια μαγική εμπειρία στο αποστακτήριο του αγαπημένου μου τζιν, του Hendrick’s και αποφάσισα να αθετήσω τη συμφωνία μου, για να μοιραστώ μαζί σας όλα τα απίθανα πράγματα που είδα, μύρισα και δοκίμασα εκεί.
Ήταν ένα κρύο πρωινό του Οκτώβρη στο μικρό παραθαλάσσιο χωριό Girvan, στο νοτιοανατολικό άκρο της Σκωτίας. Ο καιρός ήταν κλασικός σκωτσέζικος, ήλιος με δόντια, περίεργη υγρασία, αλλά πανέμορφη καθαρότητα στην ατμόσφαιρα. Κι εγώ, περνούσα τις πύλες μίας από τις μεγαλύτερες μονάδες παραγωγής αλκοολούχων ποτών στην περιοχή, που ανήκε στην εταιρεία William Grant & Sons. Ο χώρος αχανής και πολυάσχολος. Φορτηγά, μηχανές, καμινάδες, εργάτες με προστατευτικά κράνη και φωσφοριζέ γιλέκα (φόρεσα κι εγώ τέτοιο για να ξεχωρίζω σε περίπτωση ομίχλης) και τα τοιαύτα. Και μέσα σε όλο αυτόν τον «χαμό», μία ξεχωριστή, μαγική γωνιά: το αποστακτήριο του Hendrick’s. Γι αυτό είχα έρθει, και γούσταρα πολύ!
Η αντίθεση ήταν σχεδόν τρελή. Είχα μπει σε έναν διαφορετικό κόσμο. Ζούσα ένα παραμύθι. Άφησα το βιομηχανικό περιβάλλον και άρχισα να περπατάω σε γκαζόν, γύρω μου αυτοκίνητα-αντίκες και παλιά, μικρά κτίρια, ενώ μπροστά μου, για να με υποδεχτεί, ο Ηρακλής-Οράτιος Hogg: το τεράστιο μαύρο γουρούνι που εδώ και χρόνια αποτελεί τη μασκότ του Hendrick’s.
Ο χώρος του αποστακτηρίου περιβάλλεται από απόλυτη μυστικότητα. Δεν με άφησαν καν να τραβήξω φωτογραφίες, αλλά δεν με ένοιαζε. Σκεφτόμουν πώς θα μπορούσα να αποτυπώσω τις απίστευτες μυρωδιές που πλανιόντουσαν στον αέρα και με μεθούσαν. Διότι παντού τριγύρω μου υπήρχαν μεγάλα δοχεία με τα βότανα που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή του Hendrick’s. Άρκευθος, κουφοξυλιά, ρίζα αγγελικής, χαμομήλι, κόλιανδρος, αποξηραμένες φλούδες από λεμόνι και πορτοκάλι, και πάει λέγοντας…
Στο βάθος του αποστακτηρίου, τρεις μεγάλες κεχριμπαρένιες φιγούρες δεσπόζουν στο χώρο. Είναι οι άμβυκες στους οποίους παρασκευάζεται το Hendrick’s. Οι δύο από αυτούς είναι πραγματικές αντίκες, παραμένουν όμως μέχρι σήμερα οι «πηγές της ζωής» για το αγαπημένο τζιν. Φτιάχτηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα, και τους είχε αγοράσει το 1966 σε μια δημοπρασία ο τότε Πρόεδρος της εταιρείας, Τσάρλς Γκόρντον. Έμειναν για δεκαετίες σχεδόν άθικτοι, μέχρι που ξεκίνησε η παραγωγή του Hendrick’s, το 1999.
Καθένας από τους δύο αυτούς ιστορικούς άμβυκες είναι διαφορετικός από τον άλλον. Ο πρώτος είναι ένας κλασικός χάλκινος Bennett. Ο δεύτερος ονομάζεται Carter-Head. Λειτουργούν και οι δύο ταυτόχρονα, ενώ στο τέλος το απόσταγμα που παράγουν, «χαρμανιάζεται». Ο λόγος; Ο Bennett παράγει ένα έντονο απόσταγμα, στο οποίο κυριαρχεί το άρωμα του άρκευθου, που είναι σήμα-κατατεθέν του τζιν. Στον Carter-Head όμως, τα βότανα δεν βράζουν, αλλά «μουσκεύονται» από τους ατμούς. Έτσι, στο τελικό απόσταγμα ξεχωρίζουν οι λεπτές αρωματικές τους νότες. Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε τα δύο βασικά αρωματικά στοιχεία που κάνουν το Hendrick’s τόσο μοναδικό: τα αιθέρια έλαια από αγγούρι ειδικής Ολλανδέζικης ποικιλίας, αλλά και από πέταλα τριαντάφυλλου ειδικής ράτσας, που φύεται μόνο σε μια μυστική τοποθεσία στη Βουλγαρία.
Διότι, όπως μου εξήγησε η Master Distiller του, η Λέσλι Γκρέισι (Lesley Gracie), το Hendrick’s γεννήθηκε μέσα από την ανάγκη για ένα διαφορετικό τζιν, που θα μπορεί να ξεχωρίζει από οποιοδήποτε άλλο. Θεωρώ ότι δεν είναι τυχαίο πως το Hendrick’s φτιάχτηκε από γυναίκα. Μόνο μέσα από τη λεπτή γυναικεία αισθητική θα μπορούσε να δημιουργηθεί κάτι τόσο φίνο και ιδιαίτερο. Βέβαια, όπως μου διηγήθηκε η Λέλσι, η ομάδα της και εκείνη πέρασαν από «χίλια κύματα» μέχρι να ολοκληρώσουν τις δοκιμές και τους πειραματισμούς και να καταλήξουν στην τελική συνταγή. Η πιο αστεία στιγμή βέβαια, μου είπε γελώντας δυνατά, ήταν όταν η δημιουργική ομάδα της εταιρείας παρουσίασε την πρόταση για το μπουκάλι του Hendrick’s. «Εμείς περιμέναμε ένα όμορφο, κομψό, διάφανο μπουκάλι για να φαίνεται ξεκάθαρα μέσα του το τζιν μας. Ξαφνικά, σε ένα meeting που δεν θα ξεχάσω ποτέ, μας παρουσίασαν ένα μαύρο, κοντόχοντρο μπουκάλι που έμοιαζε σαν να είχαν κλέψει από φαρμακείο. Στην αρχή μείναμε όλοι άφωνοι. Μετά αρχίσαμε να διαμαρτυρόμαστε και να φωνάζουμε ότι διαφωνούμε και το θεωρούμε τρελό. Σήμερα κανείς από εμάς δεν μπορεί να φανταστεί το Hendrick’s σε ένα πιο διαφορετικό, μοναδικό, αναγνωρίσιμο, μαγικό μπουκάλι».
Η Λέσλι Γκρέισι θεωρείται «μυθική» προσωπικότητα στον παγκόσμιο κλάδο των αποσταγμάτων σήμερα. Είναι διπλωματούχος χημικός με ειδίκευση στην φαρμακευτική και εργάζεται στο τεχνικό επιτελείο της William Grant & Sons εδώ και δεκαετίες. Είναι υπεύθυνη για την δημιουργία νέων προϊόντων, όλος ο κόσμος την γνωρίζει ωστόσο, ως τη «μαμά» του Hendrick’s. Όταν δεν ταξιδεύει ανά τον κόσμο, «ξημεροβραδιάζεται» στο αποστακτήριο για να ελέγχει προσωπικά τη διαδικασία της απόσταξης, καθώς αυτή γίνεται σε μικρές παρτίδες (small batches) και είναι εξαιρετικά σημαντικό το στιλ να παραμένει σταθερό και η ποιότητα εξαιρετική.
Στα ταξίδια της γνωρίζει πολύ κόσμο και σε κάθε αγορά που επισκέπτεται βλέπει καινούρια, ιδιαίτερα, μοναδικά στοιχεία. Μου εξήγησε όμως, ότι όπου κι αν πηγαίνει, πάντα εντυπωσιάζεται από τον ενθουσιασμό των ανθρώπων που γνωρίζουν και αγαπούν το Hendrick’s.
Το πιο συναρπαστικό ταξίδι της βέβαια, έγινε το 2013, στην παρθένα ζούγκλα της Βενεζουέλα. Εκεί βρέθηκε, μαζί με τον Global Ambassador του Hendrick’s, τον Ντέιβιντ Πάιπερ (David Piper), αλλά και μια ομάδα από εξερευνητές και εθνοβοτανολόγους, για να ψάξουν για άγνωστα, εξωτικά βότανα που θα χρησιμοποιούνταν στην παρασκευή ενός πειραματικού τζιν βασισμένο στο Hendrick’s, και μέσα από αυτή τη διαδικασία θα εκπαιδεύονταν και οι ίδιοι σε ουσίες, αρώματα και γεύσεις που ο υπόλοιπος κόσμος δεν γνωρίζει, αλλά και στις αρωματικές διαστάσεις και την πολυπλοκότητα του ίδιου του Hendrick’s.
Μετά από μία επεισοδιακή παραμονή στη ζούγκλα μαζί με τους ιθαγενείς της περιοχής, και έχοντας δοκιμάσει ένα σωρό φυτά, ρίζες και βότανα, κατέληξαν στο «Scorpion’s Tail» (ουρά σκορπιού), από το οποίο παρασκεύασαν ποσότητα εκχυλίσματος περίπου 8 λίτρων. Γυρνώντας στη Σκωτία, έφτιαξαν με αυτό μια πολύ μικρή ποσότητα από τζιν, το οποίο ονόμασαν «Hendrick’s Kanaracuni», που είναι το όνομα του χωριού στο οποίο έμειναν όλο εκείνο το διάστημα. Είχα το προνόμιο να γίνω ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους στον πλανήτη που το δοκίμασαν, καθότι δεν πωλείται, ούτε καν βγαίνει από το αποστακτήριο. Ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον τζιν, με πικάντικες νότες από τζίντζερ και εξωτικά πιπέρια, πρέπει να πω όμως ότι δεν θα άλλαζα το κλασικό Hendrick’s με τίποτα.
Με την ευκαιρία, ρώτησα την Λέσλι πώς προτιμάει η ίδια να απολαμβάνει το Hendrick’s. «Κάποια στιγμή, ένας φίλος μπαρτέντερ, μου έφτιαξε ένα long drink που περιείχε Hendrick’s, Elderflower Cordial, σόδα και πάγο, γαρνιρισμένο με μια φέτα αγγούρι και σερβιρισμένο σε ψηλό ποτήρι. Ενθουσιάστηκα, και από τότε αυτό είναι το ποτό μου!».
Τόσο στο ταξίδι αυτό, όσο και σε όλα τα χρόνια που πίνω Hendrick’s, το έχω δοκιμάσει σκέτο, άκοπο (κατευθείαν από τον αποστακτήρα), με τόνικ, σε ζεστά και κρύα κοκτέιλς και πάει λέγοντας. Θα δοκιμάσω σύντομα και τη συνταγή του αγαπημένου ποτού της Λέσλι, της μαμάς του Hendrick’s, ξέρω όμως ότι σίγουρα δεν θα σταματήσω εκεί…