Green Spot single pot still Irish whiskey
Γιαννης Κοροβεσης•Reviews
Δεν πιστεύω πως υπάρχει άλλο απόσταγμα που να βρίσκεται σε τόσο μεγάλη άνθιση, προφανώς και ζήτηση, όσο το ουίσκι. Την ίδια ώρα που το hype του ιαπωνικού ουίσκι καλά κρατεί, οι Σκωτσέζοι διαρκώς διαρρέουν φήμες, μια πως τους τελειώνουν τα σιτηρά, μια πως τους σώνεται η τύρφη, προκειμένου να ανεβάζουν τις τιμές τους, έχουμε και τα μη χρονολογημένα ουίσκι να κατακλύζουν την αγορά, αφού οι παραγωγοί δεν προλαβαίνουν να φτιάχνουν νέα single malt τα οποία και ρουφάνε μανιωδώς οι φίλοι μας από την Κίνα, ενώ με την αναγέννηση των κλασικών κοκτέιλ, όλοι θέλουν να αποκτήσουν τουλάχιστον από μια μποτίλια μπέρμπον και rye ουίσκι.
Μα η μεγαλύτερη, ίσως, τάση στα ουίσκι εδώ και περίπου τρία χρόνια φαίνεται στην πιάτσα πως είναι αυτή με τα ιρλανδέζικα ουίσκι. Στην Ιρλανδία πρωτοφτιάχτηκε ουίσκι πριν αρκετούς αιώνες και όπως φαίνεται η «μόδα» επανέρχεται σε αυτά, παρόλο που το καθεστώς εκεί είναι λίγο πολύ μονοπώλιο και οι παραγωγοί πολύ λίγοι. Τουλάχιστον μέχρι τώρα…
Στο μπουκάλι του Green Spot
Στα χέρια μας λοιπόν, έπεσε ένα αληθινό ιρλανδέζικο διαμάντι, που από ότι φαίνεται αποτίει φόρο τιμής στα πρώτα ιρλανδέζικα ουίσκι και στον τρόπο παραγωγής τους. Το Green Spot παράγεται στο αποστακτήριο του Μίντλετον (στο ίδιο που παράγεται και το Redbreast) αποκλειστικά για τους ανεξάρτητους εμπόρους κρασιού και αλκοόλ Mitchell & Son of Dublin.
Η οικογένεια Mitchell, πέντε γενιές πίσω, ξεκίνησε να αγοράζει ουίσκι από το αποστακτήριο του Jameson και να το ωριμάζει σε δικά της βαρέλια για να το πουλήσει τελικά με τη δική της ετικέτα. Μια πρακτική που είναι αρκετά διαδεδομένη και στη Σκωτία εδώ και καιρό. Τότε ήταν που γεννήθηκε και το brand του Green Spot (στην αρχή λεγόταν Pat whiskey) και που πολύ επιτυχημένα αναβίωσε τα τελευταία χρόνια.
Λέγεται πως, το όνομα προέρχεται από την τακτική της οικογένειας να μαρκάρει τα χρόνια του ουίσκι στα βαρέλια που ωρίμαζε το νερό της φωτιάς της, αλλά και από τη συνήθεια των ιρλανδών κτηνοτρόφων εκείνης της εποχής να μαρκάρουν τα ζωντανά τους για να τα ξεχωρίζουν από τα κοπάδια των άλλων.
Το συγκεκριμένο είναι τριπλής απόσταξης και παρόλο που δεν αναφέρεται η ηλικία του, γνωρίζουμε πως πρόκειται για μείγμα από αποστάγματα με ηλικίες από επτά έως εννέα χρόνια. Αυτά, ωριμάζουν σε πρώτου γεμίσματος αλλά και ξαναχρησιμοποιημένα βαρέλια που πριν είχαν μπέρμπον, καθώς και σε βαρέλια που πριν είχαν σέρι, κυρίως oloroso.
Το Green Spot στο ποτήρι μας
Είχε όμως έρθει η ώρα να στάξουμε λίγο στα ποτήρια μας. Ο Τίμος όση ώρα ψάχναμε πληροφορίες και διαβάζαμε τα μέιλ των παραγωγών, το κοίταζε με λαχτάρα και ανυπομονησία.
Οπτικά είναι καθαρό και έχει ένα ανοικτό κεχριμπαρένιο χρώμα. Η μέτριας έντασης μύτη του, χαρακτηρίζεται από ντελικάτα ανθικά αρώματα, όπως αυτά του νυχτολούλουδου και της γαρδένιας, ενώ στη συνέχεια ξεπροβάλλουν αρώματα φρούτων και δημητριακών. Αποξηραμένη μπανάνα, αχλάδι, μαγιά και καβουρδισμένο καλαμπόκι, ή αν το προτιμάτε, ποπ-κορν.
Στο στόμα, τα αρώματα είναι πιο ντροπαλά και συγκρατημένα, ενώ εμφανίζονται και κάποια γλυκά μπαχαρικά, όπως το μοσχοκάρυδο και η βανίλια, καθώς και αρώματα ξύλου. Ο χαρακτήρας των βαρελιών σέρι δεν είναι τόσο έντονος, και η επίγευσή του είναι μέτριας διάρκειας.
Στρογγυλό και απαλό στο στόμα, μέτριας αρωματικής έντασης και γευστικής πολυπλοκότητας, μέτριας επίγευσης και με συγκροτημένη δομή. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά καλοφτιαγμένο ουίσκι, χωρίς όμως να εντυπωσιάζει με τις ακμές του, αλλά διατηρώντας την στρογγυλάδα (sic) που αναζητούμε στα ιρλανδέζικα ουίσκι.
Θα τολμήσω να δηλώσω, παρόλο που είναι εντελώς διαφορετικό στιλ, πως πλησιάζει την ιαπωνική προσέγγιση στην παραγωγή ουίσκι, ως προς την προσπάθεια για ολοστρόγγυλα αποτελέσματα και για μια «τελειότητα» που σε κάποιους αρέσει, ενώ σε κάποιους άλλους όχι.
Αμφότεροι πάντως, το απολαύσαμε στα ποτήρια μας, αφού πρώτα είχαμε επιτελέσει το καθήκον μας.
Βαθμολογία Τίμου Σπανού: 91
Βαθμολογία Γιάννη Κοροβέση: 87
Μέσος όρος βαθμολογίας: 89/100
Ιδιοκτήτης: Mitchell & Son of Dublin (Pernod Ricard)
Χώρα προέλευσης : Ιρλανδία
Αλκοολικοί βαθμοί : 40%
Συσκευασία : 700 ml
Στην Ελλάδα: Κάβα Kylix
All photos by Timos Spanos