previous
next

Αλκοόλ και Ποίηση στα Εξάρχεια

Articles

της Γεωργίας Δρακάκη*

Στη γειτονιά των άγριων νιάτων της Αθήνας που πολλοί αποφεύγουν λόγω της αντικειμενικής κακομορφίας, αλλά και των αιωρούμενων φημολογιών και ενίοτε εξακριβωμένων περιστατικών βίας και καταστροφής, το ποτό είναι η αφορμή για να έρθουν οι άνθρωποι κοντά, να ερωτευτούν, να κουβεντιάσουν, να διαφωνήσουν, να υπάρξουν.

Αυτός είναι ο λόγος που σε όλες τις γειτονιές του πλανήτη οι άνθρωποι κάθονται σε ένα μπαρ μ’ ένα ποτό στο χέρι ή γύρω από ένα τραπέζι, αδειάζοντας ένα κοινό καραφάκι από τοπικό ποτό στα ποτήρια τους. Η ιεροτελεστία για κάποιους απαιτεί τασάκι, τσιγάρο, εφημερίδες, κινητά, για κάποιους άλλους σιωπή και απολαυστικές, αργές γουλιές, για τρίτους κολλημένα σώματα, κίνηση στο ρυθμό της μουσικής και κεφάλι που, ώρα την ώρα, παίρνει να στριφογυρίζει.

Στα Εξάρχεια, που είναι η γειτονιά με τις πολλές ιστορίες της ζωής μου, αναμειγνύονται αρμονικά ή όχι αρμονικά, αλλά ποιος νοιάζεται, όλες οι φυλές της πόλης και αυτό είναι που κάνει την κατανάλωση αλκοόλ και βρώσιμων συμπαρομαρτούντων, βλέπε ξηροκάρπια και πατατάκια, εξόχως απολαυστική. Τα Εξάρχεια είναι ο τόπος δράσης πολλών ανθρώπων που παράγουν τέχνη, γι’ αυτό βλέπεις τα κορίτσια της Φιλοσοφικής ή της Νομικής να έχουν καβατζώσει για πάντα ένα τραπεζάκι σε κάποιον συγκεκριμένο πεζόδρομο και να σημειώνουν αρειμανίως σκέψεις και στίχους με ελάχιστες πιθανότητες έκδοσης.

"Στα Εξάρχεια, που είναι η γειτονιά με τις πολλές ιστορίες της ζωής μου, αναμειγνύονται αρμονικά ή όχι αρμονικά, αλλά ποιος νοιάζεται, όλες οι φυλές της πόλης και αυτό είναι που κάνει την κατανάλωση αλκοόλ και βρώσιμων συμπαρομαρτούντων εξόχως απολαυστική."

Εξάρχεια

Στα μπαρ συχνάζουν σκηνοθέτες που λίγοι γνωρίζουν με το επίθετό τους και καπνίζουν εκείνα τα φτηνά πούρα του περιπτέρου, ενώ συμβαίνει να πιάνουν και φιλίες με δικηγόρους που χαλαρώνουν επιδεικτικά τις γραβάτες και παραγγέλνουν μπέρμπον μεσημεριάτικα. Στις παρακεί θέσεις, εντοπίζει ένα εξασκημένο μάτι παλαιούς συνδικαλιστές με ανεβασμένους τους τόνους στη φωνή και δεκάδες τα ποτήρια μπίρας εμπρός τους.

Φυσικά, υπάρχουν και οι υπαίθριοι: τα παιδιά που κατά τα λεγόμενά τους τάσσονται στην αναρχία ή στη low bap, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες με τις σοκολατένιες επιδερμίδες και την πίστη τους σε έναν Μωάμεθ. Ρουφάνε τσάγια και τσιγάρα, ακούνε τις δικές τους μουσικές από ξεχαρβαλωμένα στερεοφωνικά ή κινητά περασμένης δεκαετίας. Οι δρομαίοι Αφροαμερικανοί μας φίλοι κοντράρονται με τους Πακιστανούς-ράτσες δεινών πωλητών, εξ ανάγκης, αλλά αργότερα εξ επιθυμίας να το κάνουν καλύτερα, ανταγωνιστικότερα.

Οι ερωτευμένες δεσποινίδες ενοχλούνται και δεν τους κοιτούν όταν τις διακόπτουν από ένα δημόσιο χάδι με τον αγαπημένο τους. Κάποτε, κάποιος αγοράζει έναν αναπτήρα ή μερικά αρωματικά στικς.

Στις παρυφές της πλατείας, ένα κορίτσι που γεννήθηκε αγόρι αφήνει το στίγμα του με μια χαρακτηριστική, στριγκή φωνή, λες και υπογραμμίζει ακούσια μια ολόκληρη εποχή, την εποχή του αληθινού μιλένιουμ των γειτονιών, εκεί όπου μυρίζει ρύζι τηγανητό και φαλάφελ, άγαρμπο χαμόγελο μεταξύ των παλαιών Αθηναίων κατοίκων στη θέα μιας γάτας που πάλι γέννησε και τι θα γίνουμε.

Οι ιδιοκτήτες των μαγαζιών στα Εξάρχεια είναι λιγάκι αποθαρρυμένοι και φοβισμένοι, η διακίνηση ναρκωτικών έξω από τις επιχειρήσεις τους αλλάζει την ατμόσφαιρα που πάνε να μας φορέσουν πολύ γλυκά μέσα από τις διακοσμήσεις τους. Απευθύνονται σε φοιτητές, εργαζόμενους και ντόπιους και ιδανικά θέλουν τα τραπέζια τους να αδειάζουν γρήγορα και να γεμίζουν γρηγορότερα. Η κουλτούρα του κοκτέιλ έχει επελάσει και σε αυτήν εδώ την περιοχή της μπίρας, της τζιβάνας και του γκράφιτι. Εξωτικά φρούτα ρουφιούνται από χείλη βαμμένα μαύρα και ακόμα και σε μαγαζιά που δουλεύουν «αυτόνομα και συνεργατικά» η μαργαρίτα πάει σύννεφο.

Εξάρχεια

Στα καταστήματα υπάρχουν βιβλία και free press, φιλικοί ή σκυθρωποί τύποι που σε σερβίρουν, υπάρχει ένα vibe αγουροξυπνημένης πόλης που γουστάρει να ξενυχτά, ποτισμένη με την decadence στην οποία μύησε τον ελληνισμό ο Τσιώλης και ο Αλμοδοβάρ.

Στίφη ηθοποιών με τσάντες και χαρτιά ξεκουράζουν τα κορμιά τους στις καρέκλες σκηνοθέτη κι αν είναι καλοκαίρι βλέπεις τα πόδια των κοριτσιών γυμνά με τα σανδάλια τους αδέσποτα κάτω από το τραπέζι και το χέρι πάνω στο κεφάλι του σκυλιού τους που επιτέλους βγήκε βόλτα. Σκουλαρίκια, τζίβες, τακούνια από φελλό, κοιλιές έξω και φαλάκρες χορεύουν στο δικό τους ρυθμό, μαζί, ειρηνικά κι όλο κάτι λένε.

Στα Εξάρχεια δεν κατοικεί η σιωπή. Πρυτανεύει η λογική της παρέας που πάνω σε ένα τραπέζι ενώνει τα πάθη της: να πιούμε, να φάμε σουβλάκι, να καπνίσουμε, να τελειώσουμε την εργασία και να υπογράψουμε το συμβόλαιο. Όλα μαζί. Όλοι μαζί.

Αυτή είναι μια εικόνα που μπορείς να δεις άνετα σε μαγαζιά όπως το λατρεμένο μου Revolt, στο οποίο πάντα χαίρομαι να κάνω διαφήμιση γιατί οι τύποι και οι τύπισσες δεν τσιγκουνεύονται ένα κέρασμα που, αργόσχολοι (sic) γραφιάδες σαν εμένα, συχνά έχουν απόλυτη ανάγκη. Ο πεζόδρομος της Κωλέττη, που έχει αναδειχθεί σε κεντρικό πια σημείο για ραντεβού στα Εξάρχεια είναι ό,τι καλύτερο. Η ταπεινή μου άποψη λέει ότι εκεί θα δεις τα πιο όμορφα graffiti της περιοχής. Στο διπλανό Sepia πίνουν καφέ τα ανοιξιάτικα και καλοκαιρινά μεσημέρια οι Magic de Spell, στον παρακεί Καραγκιόζη έχουν κάνει κατάληψη οι απανταχού Νομικάριοι και στον τέρμα τέρμα Μαύρο Γάτο λες «καλώς τους δικηγόρους και τους καθηγητές», αλλά και τους ξέμπαρκους εισβολείς της γειτονιάς που ξέρουν το μαγαζί από τις πολλές διαφημίσεις και καλές κουβέντες κι ας μένουν στο Παγκράτι, ας πούμε.

"Στο Μαύρο Γάτο, προσωπικά, πηγαίνω για εκείνο το απίστευτο πορτραίτο του Μάρκου Βαμβακάρη."

Εξάρχεια

Στα Εξάρχεια και μένω και βγαίνω και μου αρέσει.

Τα ποτά είναι καθαρά στα περισσότερα μαγαζιά και, επίσης, φθηνά, και, επίσης, σου έρχονται με ένα χαμόγελο ή μια ατάκα, τέλος πάντων. Δεν κυριαρχεί, η αλήθεια είναι, ο καθωσπρεπισμός του μπαρτέντερ με τη στολή και την ίσια του πλάτη καθώς ανακατεύει το κοκτέιλ που σου φτιάχνει. Η εστίαση λειτουργεί ως εναλλακτικό σαλόνι ή μπαλκόνι σπιτιού, συχνά εγώ βγαίνω έξω με το παντελόνι της πιτζάμας μου, ένα τεμπέλικο πρωινό Κυριακής με λιακάδα, για να κάνω το ραντεβού μου στο ΗΒΒΗ ή στο Blue Bear και να επιστρέψω σπίτι να φτιάξω μακαρόνια και να γράψω στο λάπτοπ.

Κάποια βράδια που γίνονται από τη μια στιγμή στην άλλη ξημερώματα, στους δρόμους περπατούν πολύ νέα παιδιά, αγκαλιασμένα και τραγουδάνε, κυκλοφορούν μεθυσμένοι που μιλούν ακατάληπτα, στην πλατεία πέφτουν οι τόνοι και οι μόνιμοι κάτοικοί της γέρνουν νωχελικά στα πεζούλια. Κάποια πρωινά, μερικά μαγαζιά παραμένουν κλειστά, αλλά μοσχοβολάνε οι φούρνοι και οι δρόμοι γυαλίζουν από την υγρασία, ένα κουδούνι χτυπά σε μια πρώιμη, ίσως ανεπιθύμητη, επίσκεψη. Κάποιοι πίνουν ατελείωτα, μέρα νύχτα, εντός και εκτός των μπαρ.

Κανείς όμως δεν έχει χαμένα τα λογικά του-ορισμένοι κι ορισμένες ζουν σε μια δική τους, ακίνδυνη για τους άλλους, ονειροφαντασία. Ο ήλιος ξεραίνει τα λογοτεχνικά και πολιτικά περιοδικά των περίπτερων και αυτά περιμένουν ένα διψασμένο χέρι να τα αγοράσει.

Τα παλιά αρχοντικά στην Αραχώβης και την Καλλιδρομίου κοιτάζουν από ψηλά τους ανθρώπους με συμπάθεια. Συχνά, ανακυκλώνονται οι ίδιες κουβέντες, για τα ίδια άλυτα προβλήματα.

Εξάρχεια

"Η μπίρα, όμως, έχει την ίδια ωραία γεύση μες στα χρόνια. Και η τσικουδιά. Και οι βότκες με καλαμάκι."

Άσε που εμένα το σπίτι μου είναι μια ανάσα από την υπόγα του Νικόλα Άσιμου κι αυτό αρκεί για να με φέρει σε κέφι. Στα Εξάρχεια, το αλκοόλ δεν υπάρχει μόνο στο ποτό, αλλά και στην πραγματικότητα. Στα Εξάρχεια, η πραγματικότητα ,κάποιες μωβ ώρες που μόνο ένας μυημένος θα αναγνώσει, συγκατοικεί με την ποίηση. Όχι την ποίηση για τη θάλασσα και το βουνό, αλλά την ποίηση για ανθρώπους που δε διαβάζουν ποτέ ποίηση και προτιμούν να πίνουν, να δουλεύουν και να κοιμούνται, να πίνουν και να ξυπνούν μέσα στην αγκαλιά που διάλεξαν για μια νύχτα ή για μια ζωή.

Την ποίηση για τους ανθρώπους που ζουν απλά και που οι ξεμέθυστοι, μπερδεμένοι φλώροι σαν εμένα τους βλέπουν ποιητικούς και γι’ αυτό συνεχίζουν να ζουν σε μια γειτονιά που κανείς ποτέ δε λέει, πλέον, όμορφη.

 

*Η Γεωργία Δρακάκη είναι δημοσιογράφος και θεατρική συγγραφέας, γι’ αυτό δε λέει να τελειώσει τη Νομική. Ζει στα Εξάρχεια μαζί με τον Αχιλλέα, το λαγό, αλλά της αρέσει να ταξιδεύει παντού και να δοκιμάζει νόστιμα φαγητά και ποτά.

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΥΤΟ ΕΓΡΑΨΕ
ΑΦΗΣΤΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΑΣ

"Αλκοόλ και Ποίηση στα Εξάρχεια"

Articles

Δημοσιεύτηκε στις 07/09/2018