Όσα δεν γνωρίζετε για τα αγαπημένα ποτά του Έρνεστ Χέμινγουεϊ
Γιαννης Κοροβεσης•Articles
«Πίνω για να κάνω τους άλλους να δείχνουν πιο ενδιαφέροντες». Αυτή είναι μια από τις πολλές φράσεις που αποδίδονται στον “Papa” Έρνεστ Χέμινγουεϊ και αν πιστέψουμε τον Φίλιπ Γκριν (Phillip Greene), συγγραφέα του βιβλίου “To have and have another” σχετικά με τις αλκοολικές προτιμήσεις του διάσημου συγγραφέα, πρέπει να βρήκε τελικά το ενδιαφέρον σε πολλούς γνωστούς του αφού οι (ανα)μείξεις του ήταν αναρίθμητες.
Ξεδιπλώνοντας το κουβάρι των αγαπημένων ποτών του βραβευμένου με Νόμπελ συγγραφέα, καταλήγουμε σε ένα βέβαιο συμπέρασμα: προτιμούσε τα ποτά χωρίς καθόλου ζάχαρη. Κι αυτό διότι υπήρξε διαβητικός, μια ασθένεια που φαίνεται πως κληρονόμησε από τον πατέρα του.
Ο Χέμινγουεϊ και το Daiquiri
Μια από τις ιστορίες θέλει τον Χέμινγουεϊ να σταματά στο μπαρ El Floridita της Αβάνα, προς χάριν τουαλέτας, σε μια από τις αναρίθμητες βόλτες του στην πρωτεύουσα της Κούβας κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ‘30. Επιστρέφοντας από αυτήν, είδε τον μπαρτέντερ να ετοιμάζει μερικά Daiquiri. Αμέσως δοκίμασε ένα, αφού σχεδόν ποτέ δεν έχανε την ευκαιρία για ένα ποτό και απάντησε: «Είναι αρκετά καλό, αλλά θα το προτιμούσα χωρίς καθόλου ζάχαρη και με διπλάσια ποσότητα ρουμιού». Και εγένετο το Hemingway Daiquiri!
O συγγραφέας του βιβλίου μας διαβεβαιώνει πως ο Χέμινγουεϊ έπινε σχεδόν ό,τι έβαζε και τους χαρακτήρες των βιβλίων του να πίνουν. Λάτρευε τη σαμπάνια, με τις Bollinger, Piper-Heidsieck and Perrier-Jouët να αποτελούν τις πρώτες του επιλογές, αλλά απολάμβανε και ένα ποτήρι αψέντι που και που, πάντα χωρίς ζάχαρη κι αυτό. Φημολογείται επίσης πως κάποια στιγμή τα ανακάτεψε αυτά τα δύο, δημιουργώντας το κοκτέιλ Death in the Afternoon, σύμφωνα με το οποίο η σαμπάνια χρησιμοποιείτο για να νερώσει πρακτικά το αψέντι.
Επίσης, στα καθημερινά του ποτά, είχε εντάξει και το αγαπημένο του «Ουίσκι με σόδα», το πιο ονομαστό από τα κοκτέιλ που πήραν το όνομα Highball, αλλά και τα «τζιν με τόνικ». Και τα έπινε κατά ριπάς. Καθότι όμως τα πήγαινε πολύ καλά και με τα βερμούτ, αλλά και με τα τζιν, φαίνεται να του άρεσε να ανακατεύει και αρκετά “Americano”. Campari, γλυκό βερμούτ και σόδα δηλαδή. Αυτό εμφανίζεται και στο μυθιστόρημα του “Across the river and into the trees”.
Στο ίδιο έργο του, ο συνταγματάρχης Richard Cantwell φαίνεται πως παραγγέλνει το αγαπημένο του Montgomery Martini. Ένα Μαρτίνι με αναλογία τζιν με βερμούτ 15:1. Το οξύμωρο βέβαια είναι πως ενώ προτιμούσε τα Μαρτίνι του πολύ ξηρά, με ελάχιστο βερμούτ δηλαδή, τα ίδια τα βερμούτ του άρεσαν πάρα πολύ!
Στο ξακουστό σκάφος του με το όνομα Pilar, λέγεται πως πάντα είχε μαζί του μερικά μπουκάλια Cinzano, όπως και ο πρωταγωνιστής του στο «Αποχαιρετισμός στα όπλα», που το έπινε παρέα με ιταλικά Κιάντι. Στο Pilar λέγεται πως πρωτοφτιάχτηκε και το λιγότερο διάσημο κοκτέιλ Vermouth Panache, με ίσα μέρη γλυκού και ξηρού βερμούτ και μερικές ριξιές από μπίτερς Angostura.
Τέλος, στο ίδιο αυτό σκάφος φημολογείται πως του έφτιαξε ο Gregorio Fuentes και το “Gregorio’s Rx”. Ο Fuentes, εκτός από προσωπικός του μάγειρας, μπαρτέντερ και Πρώτος στο Pilar, ήταν και προσωπικός φίλος του Χέμινγουεϊ και έτσι αποφάσισε να του φτιάξει την ομώνυμη συνταγή που έμοιαζε αρκετά με το Μοχίτο.
Το οποίο Μοχίτο, όσο κι αν υπερηφανεύονται στο La Bodeguita del Medio πως ήταν «το αγαπημένο του ποτό στο αγαπημένο του μέρος», αποδείχθηκε πως ο αγαπημένος μας συγγραφέας ούτε σύχναζε εκεί, αλλά ούτε έπινε το συγκεκριμένο ποτό. Άλλωστε είπαμε πως δεν τα πήγαινε και πολύ καλά με τη ζάχαρη…
Gregorio’s Rx
30–60 ml ρούμι (κατά προτίμηση)
2 κουταλιές της σούπας μέλι
60 ml φρεσκοστυμμένο χυμό από λάιμ
1 φύλλο δυόσμου
Ανακατεύετε το μέλι με το δυόσμο σε ένα ψηλό ποτήρι τύπου Collins. Προσθέτετε πάγο, το χυμό, το ρούμι και ανακατεύετε ξανά. Γαρνίρετε με μία σφήνα από λάιμ.