previous
next

Ένα ποτό για το καλοκαίρι – αλλά τι ποτό;

Guests

*της Ευθυμίας Γιώσα

Διλήμματα και σκέψεις αμφιβόλου ποιότητας γύρω από τις αλκοολικές συνήθειες κατά την περίοδο του θέρους, ενός θέρους που οδεύει σιγά σιγά προς το τέλος του.

Θυμάμαι τον νεαρό στις «Ιστορίες του καλοκαιριού» του Ρομέρ να πίνει μπίρα και να τρώει σάντουιτς με φόντο μια γαλλική ακτή και σκέφτομαι πώς αλλάζουνε (;) το καλοκαίρι οι αλκοολικές συνήθειες. Όσοι δεν είμαστε και τόσο πιστοί φίλοι της μπίρας τον υπόλοιπο χρόνο, αναπληρώνουμε το κενό κατανάλωσής της κάτω από τη σκιά ενός αρμυρικιού, με τα χείλη αλατισμένα από τη θαλασσινή αλμύρα και το τηγανητό μπαρμπούνι (ή ό,τι είχε τέλος πάντων η σημερινή ψαριά), στη βραδινή μας βόλτα, όταν εκλιπαρούμε τον άνεμο να φυσήξει.

*

Θα ήθελα να κάνω μια άτυπη δημοσκόπηση με βασικό ερώτημα πόσοι επιμένουν στο κόκκινο κρασί από τη στιγμή που κάνει την εμφάνισή του ο Ιούνιος μέχρι που τελειώνει ο Αύγουστος. Αφού παραδεχτώ ότι για χρόνια, και ανεξαρτήτως μήνα, προτού πλαγιάσω νωρίς, έπινα αποκλειστικά και μόνο λευκό κρασί, αυτή η παλιά μου συνήθεια έρχεται και με ξαναβρίσκει τα καλοκαίρια. Και ασυναίσθητα κάνω χώρο στο ψυγείο για τα μπουκάλια με το Ασύρτικο (την πιο αγαπημένη μου ποικιλία), το Chardonnay (οποία έκπληξη), το Sauvignon blanc (για τότε που δε θέλω να μου αποσπά την προσοχή το κρασί), τη Ρομπόλα και την Κυδωνίτσα,  βεβαίως τον Σιδερίτη (από αυτή την ετικέτα που μου λείπει τώρα που δε μένω πια στα Άνω Ιλίσια και δύσκολα πλέον τη βρίσκω), το υπέροχο Blanc de noir (όσον αφορά το συγκεκριμένο κρασί δε θα αποφύγω τη διαφήμιση του οινοποιείου του Ταραλά, διότι θεωρώ ότι το αξίζει). Και πώς γίνεται να ξεμένω και να θέλω να απολαύσω ένα ποτήρι στο μπαλκόνι όταν δεν έχει περισσέψει ούτε σταγόνα, και καταλήγω να πηγαίνω στην κάβα αργά το βράδυ. Αλλά στο ψυγείο της έχει ετικέτες που δε με ενδιαφέρουν και πρέπει, συν τοις άλλοις, να περιμένω την κατάψυξη να κάνει το θαύμα της, ώστε το λευκό που διάλεξα να αποκτήσει τη σωστή θερμοκρασία.

καλοκαίρι

*

Ροζέ δεν πίνω, πλην ελαχίστων (το πολύ δύο) εξαιρέσεων. Τουλάχιστον έτσι υποστήριζα έως ότου δοκιμάσω το κιμωλιάτικο οινικό δημιούργημα του κυρίου Γιώργου (η γεύση έφερνε σε αντίδωρο βρεγμένο με κρασί, χωρίς αυτή η αίσθηση να γίνεται ενοχλητική), το οποίο ο Παναγιώτης είχε τη γενναιοδωρία να μοιραστεί μαζί μας. Δυστυχώς (ή ευτυχώς) δεν είναι εμπορεύσιμο. Βέβαια, στον ψυχεδελικό «Μάγο» του Τζων Φόουλς (μτφρ. Φαίδων Ταμβακάκης, Εκδόσεις Εστία), του οποίου, ειρήσθω εν παρόδω, κύριος τόπος δράσης είναι ένα ελληνικό νησί, η Φράξος, ο μυστήριος Μόρις Κόγχις «σε όλο το δείπνο με (σ.σ. τον κεντρικό χαρακτήρα, Νίκολα Ερφ) πίεζε επίσης να πιω κι άλλο από το δυνατό ροζέ από τα Αντικύθηρα», ενώ προηγουμένως είχαν σερβίρει στον Ερφ «ένα ποτό από μια μικρή νταμιτζάνα. Ήταν διάφανο, στο χρώμα του άχυρου». Τι ήταν; «Ρακή. Από τη Χίο. Είναι πολύ δυνατή. Θέλω να σε διεγείρω λίγο» (σ. 277).

*

Πόσο εύκολα διαλέγω ρακή το καλοκαίρι ή, ως Ηπειρώτισσα, τσίπουρο; Μάλλον λίγο πιο δύσκολα. Ωστόσο, ο συγγραφέας Θωμάς Ψύρρας, σε μια (απολαυστική) παλαιότερη διαδικτυακή ανάρτησή του υπό τον τίτλο «Savoir vivre στο τσιπουράδικο», υποστήριζε ότι «το τσίπουρο τραβιέται κυρίως το καλοκαίρι μεσημέρι όταν κάνει “ζέστα”». Μάλιστα, προχωρούσε και με έναν άλλο κανόνα σχετικά με το νερό και τον πάγο: «Στο χωρίς γλυκάνισο δεν βάζουμε παγάκια, αλλά κρύο νερό. Στο γλυκανισάτο βάζουμε πρώτα το τσίπουρο, μετά το νερό και κατόπιν πάγο (μ’ αυτή τη σειρά)». Στέκομαι δίβουλη σε αμφότερες τις διαπιστώσεις, εντούτοις τις σέβομαι ωσάν να τις έχω ερευνήσει και να έχω τελικά καταλήξει ότι τις πιστεύω. Μόνο, αν μου επιτρέπετε, να σημειώσω στο περιθώριο αυτού του κειμένου μία ανάμνηση (δίκην γεγονότος και ουχί σχολίου) που ήρθε μόλις στο μυαλό. Ένα καλοκαίρι στην Αμοργό, που έτυχε να βρεθώ στο πανηγύρι της Αγίας Παρασκευής, δεν πήρε πουθενά το μάτι μου ψημένη ρακή.

*

Το συγγενικό απόσταγμα εκ Κύπρου, η ζιβανία, πάντα παγωμένη, όχι απλώς κρύα ή δροσερή, έχει τα φόντα  για μια ανεμπόδιστη καλοκαιρινή καριέρα.

καλοκαίρι

*

Κι αν το τσίπουρο δεν εξοστρακίζεται από τα θερινά τραπέζια, τι γίνεται με το ουίσκι; Η τελευταία φορά που παρήγγειλα ένα ποτήρι ήταν τον Μάιο (πάντα χωρίς πάγο). Ένα και μοναδικό… ιουλιανό σφηνάκι Glenrothes των 12 ετών δε νομίζω ότι στοιχειοθετεί εις βάρος μου οποιαδήποτε κατηγορία. Δηλώνω αθώα, αφού επτά στις δέκα φορές, μαζί με τη θερινή εξωστρέφεια, συνδυάζω ένα ταπεινό screwdriver (αναρωτιέμαι γιατί όχι τζιν τόνικ). Προσφάτως ενημερώθηκα από τον Αλέκο ότι η βότκα πάει πολύ με χυμό cranberry, ενώ ο Κωστής θεωρεί ότι η βότκα είναι καλύτερη σκέτη, με λίγες σταγόνες λεμόνι και μόνο – ό,τι κι αν γράφει το ημερολόγιο.

*

Εντούτοις, ο Κωστής τη βότκα τη χρησιμοποιεί κυρίως για τα κοκτέιλ που φτιάχνει. Ερασιτέχνης αλλά με γνώσεις, διάθεση πειραματισμού και με το «The cocktail bible» ανά χείρας, όλο και κάτι νέο δοκιμάζει. Να ένα πράγμα που μένει ανεπηρέαστο, βρέξει-χιονίσει, ανάψει-δεν ανάψει ο ανεμιστήρας: τα κοκτέιλ. Προσωπική αδυναμία από όσα (λίγα) έχω επιχειρήσει να φτιάξω από το εν λόγω βιβλίο, το (τόσο απλό) Le mans. 1 μεζούρα βότκα, 1 μεζούρα κουαντρό, σόδα μέχρι την πλήρωση του ποτηριού και μια φέτα λεμόνι για το γαρνίρισμα. Εξάλλου, το λέει κι η «Βίβλος»: «Η χαμηλή περιεκτικότητά του σε αλκοόλ το καθιστά ένα έξοχο απογευματινό ποτό».

καλοκαίρι

*

Σκέφτομαι ότι το καλοκαίρι έχει (ή τουλάχιστον θα ήταν δίκαιο να έχει) μια ανοιχτωσιά. Είναι (ή τουλάχιστον θα ήταν δίκαιο να είναι) το ίδιο μια παρηγοριά. Γι’ αυτό και νομίζω ότι του πάνε ποτά που υποστηρίζουν, σχετικά αθόρυβα, τους σκοπούς του. Που λειαίνουν τις θερμικές και νωχελικές αντιξοότητές του. Που συνοδεύουν τον (ακούραστα) καθαρό ουρανό του και την (πάντα) πρόσκαιρη κακοκαιρία του.

 

*Εν αρχή, ήταν Μάιος του 1991 όταν η Ευθυμία Γιώσα γεννήθηκε στα Ιωάννινα. Σπούδασε βιολογία και βιοπληροφορική, προσώρας κυκλοφορούν δύο βιβλία της, ενώ ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης μπορεί να βρει διάφορα κείμενά της στο διαδίκτυο. Λόγω καταγωγής, έχει αδυναμία στο τσίπουρο (και σε ό,τι το θυμίζει), έχει ανοίξει έναν σεβαστό αριθμό μπουκαλιών με κρασί, ενώ ξεκίνησε να πίνει ουίσκι αφότου είδε το «Μερίδιο των αγγέλων»

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΥΤΟ ΕΓΡΑΨΕ

"Ένα ποτό για το καλοκαίρι – αλλά τι ποτό;"

Guests

Δημοσιεύτηκε στις 19/08/2024