Θάνατος το απομεσήμερο – Το πιο λαχταριστό έργο του Χέμινγουεϊ #διπλής
Γιαννης Κοροβεσης•Articles, Recipes
Μη μπερδεύεστε, δεν αναφέρομαι στο αφήγημα του Έρνεστ Χέμινγουεϊ που κυκλοφορεί στα ελληνικά με αυτόν τον τίτλο. Αυτό εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1932 και το πιθανότερο είναι να το βρείτε στα ελληνικά βιβλιοπωλεία από εκδόσεις Καστανιώτη και σε μετάφραση Μιχάλη Μακρόπουλου. Αναφέρομαι σε μια άλλη δημιουργία του Αμερικανού νομπελίστα συγγραφέα, αλκοολική, που μάλιστα βρήκε κι εκείνη τον δρόμο της για το τυπογραφείο, καθώς συμπεριλήφθηκε, λίγα χρόνια αργότερα, το 1935, σε ένα βιβλίο με κοκτέιλ, με τίτλο ‘So Red the Nose, or Breath in the Afternoon’. Το Death in the Afternoon -σε τούτο το κείμενο θα το αναφέρω με την ελληνική του απόδοση, Θάνατος το απομεσήμερο– έκτοτε πέρασε στη σφαίρα των καλτ, κλασικών κοκτέιλ, τα οποία με την απλότητα τους -ή και την απλοϊκότητα, αν θέλετε, αφού το συγκεκριμένο δημιουργήθηκε από κάποιον που δεν ήταν μπαρτέντερ- γοήτευσαν κάποτε πολλούς και σίγουρα εξακολουθούν ακόμη να γοητεύουν κάποιους. Προσωπικά, θεωρώ το εν λόγω κοκτέιλ, αν παρασκευαστεί με προσοχή και με ποιοτικά υλικά, ένα άκρως ταιριαστό ποτό για τη θερινή ραστώνη που μπορεί να σκιρτήσει την ψυχή και το κορμί κάθε έμπειρου πότη.
Θάνατος το απομεσήμερο – το αφήγημα
Στο ομότιτλο βιβλίο του ο Χέμινγουεϊ γράφει έχοντας ως βασικό του θέμα τις ισπανικές ταυρομαχίες. Βεβαίως, δε γράφει μόνο για αυτές, παρά βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει και για τα προσωπικά του βιώματα, για μερικές από τις πιο σπουδαίες αξίες της ζωής, για έθιμα και συμπεριφορές και βέβαια για τους Ισπανούς, αλλά και… για το κρασί. Σε ένα από τα αποσπάσματα του βιβλίου, συγκρίνει τις ταυρομαχίες με το κρασί και την ιδέα πως η απόλαυση μιας τέχνης, όπως αυτές οι δύο, αυξάνεται με τη γνώση και την εκπαίδευση των αισθήσεων. Ωστόσο, τονίζει πως η αρχική αίσθηση και αντίδραση ενός ατόμου είναι σημαντική, είτε πρόκειται για την απόλαυση των ταυρομαχιών είτε για την εκτίμηση του κρασιού. Στην αρχή, οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν πιο γλυκά κρασιά λόγω της «εικονογραφικής» ποιότητας των ετικετών τους, αλλά με την εμπειρία, μπορεί να αναπτύξουν μια προτίμηση για τα πιο εκλεπτυσμένα και κομψά κρασιά. Ξεκινούν, γράφει, με Sauternes, Graves, Barsac, ημίξηρες σαμπάνιες και αφρώδεις Βουργουνδίες, πάντα όμως θα καταλήξουν και θα αντάλλαζαν τα πάντα για να έχουν μερικές φιάλες grand crus από το Medoc, όσο απλοϊκή και να δείχνει η ετικέτα τους και όση σκόνη μπορεί να βρεθεί επάνω τους.
Ο Χέμινγουεϊ συνεχίζει την ιδιαίτερη αυτή σύγκριση και ανάλυση των ταυρομαχιών, χωρίς πολλές άλλες αλκοολικές αναφορές. Παρ’ όλα αυτά, ο Αμερικανός υπήρξε πασίγνωστος και σπουδαίος πότης, θεμελιωδώς γνωστό και τοις πάσι. Μάλιστα, για τη σαμπάνια πίστευε πως δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος να χαλάσει κανείς τα χρήματά του -δε νομίζω βέβαια να το έλεγε σήμερα αυτό, αν κοιτούσε που έχουν φθάσει οι τιμές τους… Ο Χέμινγουεϊ όμως αγαπούσε και το αψέντι, ένα ποτό η κατανάλωση του οποίου απαγορευόταν στις ΗΠΑ από το 1912 έως και το 2007, και που ο ίδιος αναφέρθηκε σε ουκ ολίγα από τα βιβλία του. Το είχε γνωρίσει λίγα χρόνια πριν, στο Παρίσι, και φαίνεται πως γοητεύτηκε, τόσο από το ιδιαίτερο και πολύπλοκο αρωματικό του προφίλ, όσο βεβαίως και από το υψηλόβαθμο του αλκοολικού του τίτλου, άκρως ταιριαστό με την larger-than-life περσόνα του.
Τρία χρόνια αργότερα, το ποτό
Το 1935 και ενώ είχαν προηγηθεί έργα του Χέμινγουεϊ που είχαν ήδη προλάβει να τον καταξιώσουν στο παγκόσμιο λογοτεχνικό στερέωμα, τόσο το Θάνατος το απομεσήμερο, όσο ακόμη περισσότερο τα «Ο ήλιος ανατέλλει ξανά» και «Αποχαιρετισμός στα Όπλα», του ζητήθηκε από τους Sterling North και Carl A. Kroch -ο πρώτος, γνωστός Αμερικανός ρεπόρτερ στον ημερήσιο τύπο, ενώ ο δεύτερος, θρύλος της αμερικανικής βιομηχανίας του βιβλίου- να συμβάλει σε μια έκδοση με ερασιτεχνικές συνταγές κοκτέιλ διάσημων. Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ δε μπορούσε να σκεφτεί καλύτερη συνταγή από εκείνη που θα συνδύαζε τα δύο αγαπημένα του ποτά εκείνη την εποχή και τον τίτλο του πρόσφατου αφηγήματός του. Θάνατος το απομεσήμερο.
Μια ολόκληρη μεζούρα 45 ml (jigger) προσθέτει ο Χέμινγουεϊ σε ένα παγωμένο ποτήρι σαμπάνιας και στη συνέχεια ζητά να προσθέσουμε κρύα σαμπάνια μέχρι το μείγμα να γίνει θολό και γαλακτώδες -το χαρακτηριστικό νεφέλωμα των γλυκανισούχων ποτών. Τουλάχιστον, σε αυτή τη συνταγή «κατέληξε ο συγγραφέας και τρεις αξιωματικοί του πλοίου Δανάη Της Αυτού Μεγαλειότητας, αφού πέρασαν επτά ώρες στη θάλασσα προσπαθώντας να βγάλουν το αλιευτικό του καπετάνιου Bra Saunders (σ.σ. φίλος του Χέμινγουεϊ) από μια όχθη που το φράκαρε μια βορειοδυτική θύελλα», γράφει στο βιβλίο εντός εισαγωγικών.
Για να συνεχίσει ο συντάκτης για τον Χέμινγουεϊ πως «Χρειάζεται ένα άντρας με κότσια ώστε να πιεί πέντε σαμπάνιες με αψέντι και να μπορεί ακόμη να χειριστεί την αγγλική γλώσσα όπως ο Χέμινγουεϊ.» Και καταλήγει πως «ο Χέμινγουεϊ είναι ο άνθρωπος που μπορεί να σηκώσει ψηλά το ποτήρι με το αψέντι του όπως ένας μεταπολεμικός συγγραφέας. (Σημείωση εκδότη: Μετά από έξι από αυτά τα κοκτέιλ, «Ο ήλιος ανατέλλει ξανά»)
Ωραία όλα αυτά τα λογοτεχνικά, λοιπόν, πλην όμως, δεν αποτελούν τη μοναδική αφορμή για το παρόν. Θεωρώ το κοκτέιλ Θάνατος το απομεσήμερο (αγγλιστί, Death in the Afternoon) εκπληκτικό για τις θερμές ημέρες του καλοκαιριού. Προς θεού, μην το καταναλώσετε στις ποσότητες που φημολογείται πως μετρούσε ο Αμερικανός νομπελίστας, ένα μόνο αρκεί για να «ξυπνήσετε» ακόμη κι από τα πιο νωχελικά μεσημέρια, ακόμη και για να συνοδεύσετε εδέσματα που σε άλλες περιπτώσεις θα ταιριάζατε με ούζο ή και άλλα που συνηθίζεται να καταναλώνονται με ένα ποτήρι αφρώδες κρασί.
Αν θέλετε να το φκιασιδώσετε λίγο περισσότερο, τότε μπορείτε να προσθέσετε ελάχιστο σιρόπι ζάχαρης ή λίγο Cocchi Americano ή Savoia Orancio, δε θα μπερδέψει το αρωματικό προφίλ και θα σας «έρθει» πιο εύκολo. Επίσης, γνωρίζετε πως υπάρχει ελληνικό αψέντι; Η ποτοποιία Avantes στη Χαλκίδα το έκανε πραγματικότητα!