Constantino Ribalaigua y Vert: ο αρχιερέας του Floridita στην Κούβα
Γιαννης Κοροβεσης•Inspiring Duders
Η ιστορία του Καταλανού που άλλαξε τον κόσμο των μπαρ στην Αβάνα, ορίζοντας την Χρυσή Εποχή των κοκτέιλ της πόλης.
Παραφράζοντας τον Σαίξπηρ, κάποιοι γεννιούνται με λαμπερό όνομα και την επιτυχία στο τσεπάκι τους. Κάποιοι άλλοι, όμως, χτίζουν μόνοι τους το μύθο τους — στην προκειμένη περίπτωση, πίσω από μια μπάρα, με ρούμι, πάγο και μια υποψία μαρασκίνο, διπλοσουρωμένα σε παγωμένο ποτήρι. Ο Constantino Ribalaigua y Vert, γνωστός στους aficionado του ποτού ως Constante, ανήκε μετά βεβαιότητος σε αυτή την ιδιαίτερη κατηγορία ανθρώπων. Γεννημένος στην Καταλονία το 1888, κατάφερε να μετατρέψει το μπαρ El Floridita της Αβάνας στην Κούβα, στο Βατικανό του κόσμου τον κοκτέιλ, έναν τόπο προσκυνήματος για ντόπιους, τουρίστες από όλο τον κόσμο, σελέμπριτι, ακόμη και για τους ανταγωνιστές του, οι οποίοι από κάποια στιγμή κι έπειτα, τον αναγνώριζαν ως τον βασιλιά των Κουβανών μπαρτέντερ. Ο Constante αδιαμφισβήτητα υπήρξε εκ των πλέον επιδραστικών μπαρτέντερ του 20ου αιώνα.
Όμως το μπαρ El Floridita δεν ήταν πάντα αυτό που είναι σήμερα, και σίγουρα όχι αυτό που έκανε γνωστό ο Constantino Ribalaigua y Vert, ένας προορισμός δηλαδή για τους λάτρεις των κοκτέιλ και συνάμα ένα σημείο συνάντησης για τους απανταχού σοσιαλιτέ. Ξεκίνησε τη μακρά του ιστορία ως bodega, ένα ισπανόφερτο ταβερνείο υπό το όνομα ‘’La Piña de Plata’’, όπου δικηγόροι, δανδήδες και κυρίες με βεντάλιες συνευρίσκονταν για να απολαύσουν το cherry brandy τους κάτω από παρασόλια, ανταλλάζοντας άλλοτε ειδήσεις από τις διεθνείς εξελίξεις και άλλοτε, στα κρυφά, χαμόγελα, ανακατεμένα με ερωτικά μισόλογα.
Ο Constantino Ribalaigua y Vert φθάνει στην Αβάνα
Ο Constantino Ribalaigua y Vert γεννήθηκε στο Lloret de Mar, κοντά στη Βαρκελώνη, και μετακόμισε στην Αβάνα με την οικογένειά του σε μικρή ηλικία. Σύμφωνα με μαρτυρίες του ίδιου σε έναν Αμερικανό δημοσιογράφο, σπούδασε στην Αγγλική Ακαδημία της Αβάνας –άγνωστο για ποιο ίδρυμα πρόκειται- και στην ηλικία των 16, ζήτησε από τον πατέρα του, μπαρτέντερ στο παλιό Piña de Plata, να μάθει την τέχνη του μπαρ. Όπερ και εγένετο.
Ο Constante ανέλαβε το μπαρ το 1912 -σύμφωνα με κάποιους άλλους το 1914-, ακριβώς τα χρόνια που το κίνημα Εγκράτειας γιγαντωνόταν στην Αμερική και οι ΗΠΑ όδευαν προς την περίφημη Ποτοαπαγόρευση. Το Piña de Plata είχε ήδη μετονομαστεί σε Café Restaurante La Florida -ή El Floridita, όπως το αποκαλούσαν οι ντόπιοι- και ο Constantino Ribalaigua ήταν έτοιμος να μεταμορφωθεί στον ημίθεο των κοκτέιλ. Υπό τη διεύθυνσή του, το Floridita έγινε αυτό ακριβώς που αναφέρεται στο cocktail leaflet-βιβλίο του 1934, ο «Καθεδρικός των κοκτέιλ» (‘’La Catedral de los cocktails’’). Και ο Constante; Αδιαμφισβήτητα, ο αρχιερέας τους.
Κάπου εδώ, οφείλω να δηλώσω το προφανές: ο Constantino Ribalaigua y Vert δεν εφηύρε το Daiquiri. Αλλά όπως ο Κοπέρνικος δεν εφηύρε τα αστέρια, αλλά έδειξε στον κόσμο πώς κινούνται, έτσι κι ο Constante εξύψωσε το Daiquiri ως τον ουρανό και το μετέτρεψε, από ένα απλό, ταπεινό, καθημερινό ποτό, σε μια σχεδόν υπερβατική εμπειρία. Ήταν αυτός που χάρισε στο θρυλικό Κουβάνικο κοκτέιλ τη φήμη που το ακολουθεί ως σήμερα, ήταν αυτός που του χάρισε την αθανασία της ψυχής του μέχρι την αιωνιότητα -ή έστω μέχρι το σήμερα των μεταμοντέρνων παρασκευών. Ο Constantino Ribalaigua μέσα από αδυσώπητούς, καθημερινούς πειραματισμούς -λέγεται πως έφτιαχνε κάθε μέρα κι ένα νέο ποτό, προς χάριν εξάσκησης του νου και πειθαρχίας-, με τη δημιουργικότητα που τον διακατείχε, την επίμονη προσέγγιση, αλλά και την ακρίβεια σε όλες τις πτυχές της δουλειάς του, δημιούργησε ένα σωρό παραλλαγές του Daiquiri, με δύο από τις πιο γνωστές του να είναι το Frozen Daiquiri ή Daiquiri Frappe και το Hemingway Daiquiri.
Αχ, έφθασα κιόλας στον Χέμινγουεϊ, ε;
Συνάντηση γιγάντων
Ο ‘’Papa’’, λογοτεχνικός γίγαντας και Κουβανός εξ αγχιστείας, επίτιμος Αβανέζος με το κλειδί της πόλης στο τσεπάκι του, αγαπούσε τα ποτά που έμοιαζαν με την πρόζα του: λιτά, ξηρά και γεμάτα δύναμη. Η γνωστή ιστορία γνωριμίας του με τον Constantino Ribalaigua y Vert και το Daiquiri του έχει μετατραπεί εδώ και δεκαετίες σε θρύλο των κοκτέιλ, ιστορία που μέχρι και σήμερα χρησιμοποιούν μπάρμαν από όλο τον κόσμο: ο Χέμινγουεϊ κάνει μια στάση στο μπαρ El Floridita, προς χάριν τουαλέτας, σε μια από τις αναρίθμητες, ποδαράτες βόλτες του στην πρωτεύουσα της Κούβας, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ‘30. Επιστρέφοντας από την τουαλέτα, είδε τον Constante να ετοιμάζει μερικά Daiquiri. Αμέσως δοκίμασε ένα, αφού σχεδόν ποτέ δεν έχανε την ευκαιρία για ένα ποτό και απάντησε: «Είναι αρκετά καλό, αλλά θα το προτιμούσα χωρίς καθόλου ζάχαρη και με διπλάσια ποσότητα ρουμιού». Εκείνος έγνεψε καταφατικά, τροποποίησε στο λεπτό τη συνταγή και γέννησε το Papa Doble και αργότερα, το Hemingway Special — γνωστό και ως Daiquiri Νο. 3.
Μολονότι το μπαρ ήταν ήδη διάσημο, εκείνη ήταν ακριβώς η στιγμή που καρφώθηκε μια πινέζα στον παγκόσμιο χάρτη των πιο διάσημων μπαρ του κόσμου, επάνω στο όνομα το Floridita. Εκείνη ήταν η στιγμή που κέρδισε την αθανασία του, με τη βοήθεια της βαρυτικής δύναμης μιας λογοτεχνικής μαύρης τρύπας. Κι όλα αυτά, χάρη στον Χέμινγουεϊ και τη θρυλική του ατάκα «Το μοχίτο μου στο Bodeguita, το ντάικιρί μου στο Floridita». Λέγεται ακόμη ότι είχε δηλώσει πως «αξίζει μια επίσκεψη στην Αβάνα, μόνο και μόνο για να δει κάποιος τον Constante σε δράση!»
Σαφώς, η κληρονομιά του Constante δεν ήταν μόνο εκείνο το ένα ποτό. Το βιβλίο που εξέδωσε το Floridita υπό τη διεύθυνσή του περιείχε 140 πρωτότυπες και επανεκτελεσμένες σε υπέροχα twist συνταγές. Από το πολύ αγαπημένο μου El Presidente, το οποίο «πέταγε» από το ένα σέικερ στο άλλο, τελειοποιώντας την καταλανική τεχνική του ‘’throwing’’, μέχρι το πολύ νόστιμο Mary Pickford και το Pepín Rivero. Και όσο για το clientele του, εκείνο δεν περιελάμβανε μόνο Αμερικανούς που το ‘σκαγαν από τις ΗΠΑ της Ποτοαπαγόρευσης, αλλά έναν σωρό από πολιτικούς από όλο τον κόσμο, συγγραφείς, ηθοποιούς του Χόλιγουντ, κατασκόπους και βέβαια όλη την Κουβάνικη ελίτ.
Ο Constante εργάστηκε στο μεταίχμιο μεταξύ της κλασικής εποχής των κοκτέιλ και της πιο σύγχρονης, αυτής του μεσοπολέμου και τελικώς μέχρι λίγο αργότερα. Την ίδια στιγμή που έφτιαχνε ποτά με την επιδέξια τεχνική του ‘’throwing’’ ή του «ρολαρίσματος» αργότερα, δάμαζε και τη νέα τεχνολογία με τα ηλεκτρικά σέικερ που ξύριζαν τον πάγο και έφτιαχναν παγωμένα κοκτέιλ. Ο Constantino Ribalaigua υπήρξε τελειομανής, πειθαρχημένος, συνεπής -παρόλο που δε χρησιμοποιούσε μεζούρα για τα ποτά- και εργατικός. Ένας αληθινός σαμουράι των μπαρ που έζησε την περίοδο του βομβαρδισμού του Περλ Χάρμπορ. Το 1935 αγοράζει το La Florida, το μετονομάζει και επίσημα σε El Floridita και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’30 το DNA και τα δακτυλικά του αποτυπώματα βρίσκονταν σε κάθε σημείο της ξύλινης μπάρας του, σε κάθε σκαμπό και βέβαια σε ολόκληρη την Αβάνα, σε κάθε γωνιά της.
Παρ΄όλα αυτά -οφείλω να το γράψω- ο Constante δεν υπήρξε ποτέ μια cult περσόνα πίσω από τη μπάρα. Ελάχιστες φράσεις του έχουν διασωθεί. Δεν έδινε συνεντεύξεις, ούτε έγραφε μανιφέστα για τη μεταφυσική του ρουμιού και σίγουρα… δεν είχε Instagram. Ο Constante άφηνε τα κοκτέιλ του και το ίδιο το μπαρ του να μιλάνε για αυτόν. Και μιλούσαν. Ή μάλλον… τραγουδούσαν.
Ο Constantino Ribalaigua πέθανε στις 2 Δεκεμβρίου του 1952, ευτυχώς πριν βιώσει τα ταραγμένα χρόνια που ακολούθησαν στην Κούβα και την οικονομική και κοινωνική της κατρακύλα. «Χθες, κομψός και περιποιημένος όπως πάντα, θέλησε να ξυριστεί τις πρώτες πρωινές ώρες — μια συνήθεια που δεν εγκατέλειπε ποτέ. Όμως, μόλις ο κουρέας άρχισε το έργο του, μια ξαφνική κατάρρευση έμελλε να ρίξει στο έδαφος τον πρώτο μπάρμαν του κόσμου, τον Κονστάντε Α’, αυτοκράτορα των κοκτέιλ. Η ασταμάτητη πορεία του κόσμου προς το γραφείο τελετών και τα στεφάνια που σωρεύονται γύρω από το φέρετρό του, μαρτυρούν το πόσο βαθιά και σταθερά αγαπήθηκε.» – αυτό έγραψε μια καθημερινή εφημερίδα της Αβάνας.

Πηγή: X
Μετά τον θάνατό του, το μπαρ λειτουργούσε υπό τη διεύθυνση των κληρονόμων του, ενώ το 1960 κρατικοποιήθηκε. Ήταν τα τελευταία χρόνια από τη Χρυσή Εποχή της. Ο αντίκτυπός όμως του Constante παρέμεινε αιώνιος. Οι συνταγές του φτιάχνονται μέχρι και σήμερα, οι ιστορίες του διαδίδονται στόμα με στόμα, ενώ το στιλ και η προσέγγιση του μνημονεύονται και θα μνημονεύονται για πολλά ακόμη χρόνια -ελπίζω και μέσα από το λιθαράκι αυτού του κείμενου.
Και το El Floridita; Ναι, βρίσκεται ακόμη εκεί. Μπορεί πλέον ο βαθμός τουριστίλας του να ανέρχεται σε αστρονομικά επίπεδα, μπορεί συχνά να είναι τίγκα και με ουρά για να φωτογραφηθείς δίπλα στο μπρούτζινο άγαλμα του Χέμινγουεϊ, σκουντώντας Κινέζους και Ρώσους. Πίσω όμως απ’ την προτομή του Χέμινγουεϊ και τα φλας που δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για ατμόσφαιρα, ζει ακόμα η ψυχή ενός ανθρώπου που πίστευε στην απλότητα, την ισορροπία και την τελειότητα. Ενός ανθρώπου που έστυβε μόνος του το κάθε λάιμ και ρόλαρε τα Πρεζιντέντε του με προσεκτική ακρίβεια, σερβίροντας κάθε ποτό σα να είναι το τελευταίο του.