Bar-celona bar-guide
Γιωργος Μπαγκος•Booze Travel
Για τους περισσότερους, η προετοιμασία για ένα ταξίδι περιλαμβάνει κράτηση σε ένα ξενοδοχείο, αγορά ταξιδιωτικού οδηγού, έρευνα στο ίντερνετ για το εάν υπάρχει επεισόδιο του Άντονι Μπουρντέιν στο συγκεκριμένο μέρος και άλλες παρόμοιες διαδικασίες. Για εμένα όμως, περιλαμβάνει κυρίως αποστολή μέιλ σε συνάδελφους μπαρτέντερ ανά τον κόσμο, σε αναζήτηση των πιο χάι και must go to μπαρ. Άλλωστε, όπως λέει και ένας συνάδελφος, τα μπαρ εκτός από ποτά πουλάνε και κουλτούρα. Φυσικά, πάντα υπάρχει και το Trip Advisor, αλλά και το αγαπημένο μου Foursquare γιατί με τόσο ποτό πρέπει και να φάμε…
Σερί λοιπόν από τη σαββατιάτική μου βάρδια -ναι, αυτό είναι και κάτι άλλο που κάνουν όσοι δουλεύουν νύχτα για να μην χάσουν όλη την επόμενη μέρα, δύο πτήσεις και πολύ κακό φαγητό αεροπλάνου, έφτασα στη Βαρκελώνη, κυριολεκτικά καλοκαίρι, έτοιμος για μπραντς. Δίπλα στη Ράμπλα βρίσκεται μια αγορά με άφθονο χαμόν και πολύ παγωμένη μπύρα, δηλαδή ό,τι πρέπει για έναν άυπνο ταξιδιώτη. Σέρνοντας τη βαλίτσα μου, βάδισα για τον πρώτο προορισμό στη λίστα που είχα ετοιμάσει, η οποία ήταν πλήρως ενημερωμένη από τους συναδέλφους Μαξ λα Ρόκα και Τζουζέπε Μπάλντι, το Bobby Gin.
Φιναλίστ του World Class πρόπερσι, ο Αλμπέρτο Πιζάρο μας υποδέχτηκε στο μικρό αυτό μπαρ με έμφαση, που αλλού, στο τζίν. Πενήντα και περισσότερες, ετικέτες τζιν μαζί με το προτεινόμενο για την καθεμία τόνικ, πολύ πειραγμένα τζιν τόνικς, και όμορφο φαγητό. Το ξέρατε φυσικά ότι στην Βαρκελώνη το εθνικό ποτό είναι το τζιν τόνικ σερβιρισμένο σε τεράστια ποτήρια του κρασιού. Μάλιστα μου είπανε πως αν ένα μπαρ δεν σερβίρει τα τζιν τόνικ του έτσι, απλά θα κλείσει.
Αυτό που μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν η αναλογία τζιν προς τόνικ, ένα προς τέσσερα! Ή αν θέλετε, 50 ml τζίν προς ένα ολόκληρο μπουκαλάκι τόνικ 200 ml. Και ήταν τέλεια. Και τα έξι διαφορετικά που δοκίμασα με την παρέα μου! Εικάζω πως αυτό συμβαίνει επειδή ο πάγος που χρησιμοποιούν είναι κατευθείαν από την κατάψυξη, στους -18 δηλαδή, και τεράστιος. Όλο το dillution του ποτού δηλαδή, προερχόταν από το τόνικ και όχι από το νερό του πάγου που (δεν) λιώνει.
Δεύτερη στάση για το βράδυ μας το θρυλικό Dry Martini. Οφείλω όμως να σας προειδοποιήσω, αν δεν μιλάτε ισπανικά, εδώ θα δυσκολευτείτε πολύ. Όπως και να έχει όμως, πάρτε το ομώνυμο κοκτέιλ, δείτε τον μπάρμαν να το περνάει στην ιστορία πατώντας το κουμπί που μετράει σε ένα φωτεινό πίνακα τα μαρτίνι που έχει σερβίρει από τότε που έχει ανοίξει και απολαύστε το. Φεύγοντας μην ξεχάσετε να πάρετε το πιστοποιητικό σας! Τρίτη και τελευταία στάση, το αντίστοιχο 7-Τζόκερς της Βαρκελώνης, όπου εκεί συναντιούνται οι μπάρμαν μετά τη δουλειά, το Slow Bar. Χαρούμενα πρόσωπα, ωραία κοκτέιλ και πολύ μουσική!
Ημέρα δεύτερη. Η Βαρκελώνη προσελκύει πάνω από είκοσι εκατομμύρια τουρίστες το χρόνο και οι περισσότεροι στοιβάζονται στις ουρές της Σαγράδα Φαμίλια και του πάρκου Guelle κατά τη διάρκεια της ημέρας. Εγώ από την άλλη, μετά το απαραίτητο πρωινό και τα ενοχλητικά τσεκ-ιν, περπάτησα στους δρόμους της πόλης, ώσπου να πάει 16.00 και να ανοίξει το Boadas. Το πιο παλιό μπαρ της Βαρκελώνης, που λειτουργεί από το 1933 με τον ιδρυτή τού να έχει θητεύσει στο Floridita της Αβάνας, και να έχει μεταφέρει την τέχνη του ρολ στους απογόνους τού. Μπάρμαν με σακάκι και προπέλα, χωρίς να χρειάζεται όμως να έρθετε και εσείς στην τρίχα, όπως άλλωστε ισχύει για τα περισσότερα μπαρ της Βαρκελώνης. Νεγκρόνι λοιπόν, το οποίο σερβίρεται σε μικροσκοπικά ποτήρια με αυτά τα αφύσικα κατακόκκινα κεράσια μαρασκίνο και κουβέντα με τον μπάρμαν για, τι άλλο, διαγωνισμούς κοκτέιλ…
Επόμενη στάση το Campari Milano, αρκετά κοντά, σχεδόν το ίδιο σκηνικό, βαρύ μπαρ και μπάρμαν με άσπρα σακάκια και ένα πιάνο στη μέση της σάλας. Νεγκρόνι πάλι, με τη διαφορά ότι όλα τα τζίν εδώ είναι στο ψυγείο. Πιτ στοπ για μπύρα και τάπας και βουρ για το επόμενο μπαρ. Το Old Fashioned, σχετικά καινούριο μπαρ με τους δύο μπάρμαν-ιδιοκτήτες να έχουν δουλέψει στην πλειοψηφία των μπαρ στην πόλη. Η σπεσιαλιτέ, το Old Fashioned φυσικά, με μια σπιτική παραλλαγή καθώς πριν το παραδοσιακό ανακάτεμα, ο Λούκα καβουρδίζει τρία φουντούκια με το φλόγιστρο και τα λιώνει στο δοχείο ανάδευσης. Η αγάπη μου όμως με βρήκε και εδώ, ένα μπουκάλι Del Maguey Santo Domingo ξεπροβάλει από το ράφι και το Mezcal Fashioned είναι γεγονός. Ένα ταξί, ένας μεγάλος λογαριασμός στο χέρι και πίσω για ύπνο.
Τελευταία μέρα και έπρεπε να τη ζήσουμε όπως της άξιζε. Στην παραλία της Βαρκελώνης είναι δύσκολο να μην θαυμάσεις το, σαν πανί από ιστιοπλοικό, ξενοδοχείο W, το οποίο έχει και μπαρ στον 24ο όροφο, το Eclipse. Τα ποτά είναι απλά και καλοφτιαγμένα, αλλά η θέα καταπληκτική, σίγουρα αξίζει για μια επίσκεψη, νωρίς βέβαια γιατί αργότερα είναι γεμάτο με κόσμο. Ακολούθησε βόλτα στην πόλη, με στάση στο πολύ φιλόξενο Ohla Bar, με οικοδεσπότη έναν ακόμα Τζουζέπε. Πρώην επαγγελματική στέγη του Μαξ Λα Ρόκα, και το μπαρ με τα πιο φάνσι κοκτέιλ.
Επόμενη στάση, το εστιατόριο Pakta του Ferran Andria για «περουβιανοιαπωνικό» δείπνο, με πολλά Pisco Sours. Αν και δεν έχει μπαρ, αφού είναι καθαρά εστιατόριο, ήταν από τα καλύτερα σάουρ που έχω πιεί! Α και το σάκε τόνικ, επίσης υπέροχο. Για τελευταίο άφησα το μπαρ του έτερου Τζουζέπε, το Banker’s bar του ξενοδοχείου Mandarine Oriental, το οποίο, όπως μαρτυρά και το όνομά του, παλιά ήταν τράπεζα. Τελευταίο τζίν τόνικ στην πόλη του Gaudhi, με αγκαλιές και φιλιά.
Η Βαρκελώνη θεωρείται η επαγγελματική πρωτεύουσα της Ισπανίας, αφού εδώ οι περισσότεροι ταξιδεύουν για μπίζνες και αυτό φαίνεται στα μπαρ και τα εστιατόρια τής. Η ποιότητα είναι υψηλή, τόσο στη φιλοξενία, όσο και στο προϊόν. Δεν ξεχνά ποτέ όμως να είναι χαλαρή και να προσφέρει ποιοτική διασκέδαση.
All photos by George Bagos