Ardbeg Rollercoaster: Ιλιγγιώδης κούρσα μέσα στο χρόνο και την τύρφη!
Γιαννης Κοροβεσης•News
Με την αλμυρή, θαλασσινή αύρα που ξεμυτίζει το ξημέρωμα στη νήσο του Islay και καλύπτει τις ακτές, μεταφέρονται ψίθυροι μιας ιστορίας, τόσο ζωντανής, όσο και το φρέσκο ουίσκι που ρέει από το αποστακτήριο του Ardbeg. Αυτήν την ιστορία «χαιρετίζει» η ολοκαίνουρια εμφιάλωση ενός από τα αγαπημένα αποστακτήρια των whisky aficionado, το Ardbeg Rollercoaster, που λειτουργεί και ως φόρος τιμής στην αυταπόδεικτη ικανότητά του στην επιβίωση. Ένα σετ δύο φιαλών βουτηγμένο στην ιστορία, που αντικατοπτρίζει ένα ζωηρό ταξίδι, μια ωδή στον παρελθόντα χρόνο, ένα ακόμη όνειρο για τους συλλέκτες με γερά πορτοφόλια.
Για τους αμύητους, το Ardbeg ως brand, θα μπορούσε κάλλιστα να παρομοιαστεί με τον φοίνικα που αναδύεται από τις στάχτες του -ή καλύτερα, από την τύρφη του-, κάτι που έγινε αρκετές φορές από το 1815 που ιδρύθηκε, μέχρι σήμερα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, που το κόνσεπτ του Rollercoaster παίζει αρκετά μέσα από την επικοινωνία του. Η συγκεκριμένη εμφιάλωση, το σετ Ardbeg Rollercoaster, εστιάζει στην πιο «σκληρή» ίσως περίοδο της ιστορίας του, τη δεκαετία 1981-1989, δεκαετία που το αποστακτήριο παρέμεινε κλειστό. Δύο Single Cask εμφιαλώσεις που οριοθετούν εκείνη τη δεκαετία. Ιντριγκαδόρικο κόνσεπτ, χωρίς καμιά αμφιβολία.
Το πρώτο ουίσκι προέρχεται από το τελευταίο βαρέλι από το στοκ του 1981, χρονιά που το αποστακτήριο Ardbeg αναγκάστηκε να κλείσει, καθώς δεν υπήρχε ζήτηση εκείνη την εποχή για single malt. Για την ακρίβεια, τα αρχεία του αποστακτηρίου δείχνουν πως πρόκειται για απόσταγμα που αποστάχθηκε δύο μόλις εβδομάδες πριν το κλείσιμο του αποστακτηρίου! Ένα 42-χρονο ουίσκι, δημιουργηθέν με ένα μείγμα από βύνες, την κλασική υψηλά τυρφώδη βύνη (έως 110 ppm) που χρησιμοποιεί το αποστακτήριο και ένας μέρος ελαφρά τυρφώδη βύνη, την οποία χρησιμοποιούσε για σύντομο διάστημα εκείνα τα χρόνια. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ωρίμασής του σε πρώην βαρέλι μπέρμπον και προς το τέλος μεταφέρθηκε σε πρώην βαρέλι από σέρι oloroso, για να εμφιαλωθεί μετά από όλα αυτά τα χρόνια στους 47.3%. Χωρίς φυσικά να το έχω δοκιμάσει, θα είναι σα να κρατάτε ένα ιστορικό έγγραφο τόσο παλιό, αλλά συνάμα και τόσο ζωντανό.
Η εταιρεία και ο ο υπεύθυνος πίσω από το πρότζεκτ, Dr Bill Lumsden, υπόσχεται πως το συγκεκριμένο ουίσκι εκφράζεται μέσα από αρώματα φοντάν, καραμέλας βουτύρου, αποξηραμένων φρούτων, νότες σέρι, λίγη στάχτη ξύλου και ελαφρώς αρωματικά μπαχαρικά. Σύκο, εξωτικά μπαχαρικά, φρούτα που θα βρει κανείς στο σέρι, γαρύφαλλο, αλλά και γλασαρισμένο με σιρόπι, ψημένο ζαμπόν, gingerbead και ελαφρύ καπνό θα συναντήσει στο πίσω μέρος του ουρανίσκου του. Ελαφρώς κηρώδης αίσθηση στο στόμα, απαλή επίγευση, με σταφίδες, καστανή ζάχαρη και επιπλέον νότες καπνού.
Το δεύτερο ουίσκι προέρχεται από ένα από τα τελευταία βαρέλια της παραγωγής της χρονιάς του 1989, παραχθέν τρεις εβδομάδες μετά την αναγέννηση του αποστακτηρίου, την επανέναρξη της παραγωγής. Κάτω από τη φτερούγα της Allied Distillers πλέον, και με περιορισμένη ακόμη παραγωγή, το αποστακτήριο αγόραζε βύνη από το Port Ellen Maltings -όπως κάνει και τώρα-, μόνο που τότε η περιεκτικότητα σε φαινόλες από την τύρφη ήταν 30-35ppm. 33 χρόνων σήμερα, είχε προηγηθεί ωρίμαση σε πρώην βαρέλι μπέρμπον πρώτου γεμίσματος, ενώ στο τέλος μεταγγίστηκε σε πρώην βαρέλι μπέρμπον επιπλέον γεμίσματος, για να εμφιαλωθεί στους 45.3% αλκοολικούς βαθμούς. Ένα ουίσκι που συμβολίζει την ολική αναγέννηση, από το αναστάσιμο έτος 1989, ένας φόρος τιμής στην επιμονή του brand, στη θέληση για ζωή.
Θα αντιληφθείτε το συγκεκριμένο ουίσκι σε ήπια εναλασσόμενα στρώματα αρωμάτων, με μια βουτηρένια μύτη από φοντάν μέντας, πευκοβελόνες, λεμονόπιτα και καπνό τύρφης που «θα τυλιχθεί γύρω σας σαν μια χοντρή, μάλλινη κουβέρτα» (!). Όμορφα ελαφρύ στο στόμα, με νότες από γλυκό σιρόπι καραμέλας, λεμόνι, βανίλια, καραμελωμένη μπανάνα, πεπόνι, λευκή σοκολάτα, star fruit κι έναν απαλό πιπεράτο καπνό, με κολλώδη υφή που οδηγεί σε ένα ξηρό τελείωμα. Υπόσχονται πως είναι ένα από τα καλύτερα Ardbeg που έχει κυκλοφορήσει έβερ!
Φυσικά, όσο ποιητικά κι αν ακούγονται τα προαναφερθέντα, και όσο σημαντικό κι αν είναι το brand για τους ουισκόφιλους, 100,000 € είναι ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό, σίγουρα όχι κάποιο που βγαίνει εύκολα και από οποιουδήποτε την τσέπη. Αυτό είναι το ποσό το οποίο θα κληθούν να πληρώσουν όσοι επιθυμούν να αποκτήσουν ένα από τα 143 σετ, τα οποία συσκευάζονται σε ξύλινα κουτιά, περίτεχνα σχεδιασμένα από τον designer John Galvin.
Να μην μπερδευτεί παρακαλώ με την εμφιάλωση Ardbeg Rollercoaster – Committee Release, μια ακόμη με θέμα το περίφημο «τρενάκι», η οποία κυκλοφόρησε το 2010, για την επέτειο δημιουργίας της Ardbeg Committee, του περιβόητου fan club του brand.