Ανεστίαστες σκέψεις εστίασης
Αχιλλεας Αναστασοπουλος•Αλκοολη
Έχω ένα κάρο θέματα σχετικά με τα ποτά, τη νύχτα, τα καλώς και κακώς κείμενα της εστίασης, τα οποία θέλω να γράψω, όμως το μυαλό μου δε στρώνεται. Νιώθω κουρασμένος. Σε αυτές τις μέρες, που πασχίζουν πάντα, με νύχια και με δόντια να γίνουν γιορτινές, το βρίσκω δύσκολο να χαμογελάσω. Θα μου πεις, πάντα το βρίσκω δύσκολο.
Όλα εδώ είναι στολισμένα. Ποιοι είναι γύρω μου σε αυτό το μπαρ; Ήρθα και κάθισα εδώ στην άκρη για να τους δω ή μήπως για να με δουν; Θέλω πραγματικά να χαθώ στις σκέψεις μου, ή μήπως θέλω να ξεφύγω λίγο από αυτές; Αν έχει την υγεία του ο άνθρωπος, όλα θα πάνε καλά, δε χρειάζεται τίποτα περισσότερο. Ναι καλά… Ο άνθρωπος δεν αντέχει την ευτυχία του.
Γκρινιάζω αεί εστιαζόμενος
Θέλω να γράψω λίβελους για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται την έννοια της φιλοξενίας κάποιοι μαγαζάτορες και κάποιοι… τσεκαδόροι. Για το πόσο δύσκολο τους είναι να ανοίξουν τα μάτια τους στην πρόοδο, όταν αυτή είναι ξενόφερτη, ακόμα κι όταν τους προσφέρεται απλόχερα και αφιλοκερδώς.
Θέλω να γράψω για το πόσο σημαντικό είναι το χαμόγελο της εξυπηρέτησης, για τη ζεστασιά και την ηρεμία που αυτό φέρνει στον πελάτη, το θαμώνα, το φίλο. Θέλω να γράψω για το σεξιστικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται η «σερβιτόρα» και τον απαξιωτικό τρόπο που φέρονται ορισμένοι στο «γκαρσόνι».
Θέλω να γράψω για το πόση πλάκα μπορεί να έχουν ορισμένοι που πιστεύουν ακράδαντα ότι φραπές και κέικ είναι το «φυσιολογικό», ότι αυτό πρέπει να τους σερβιριστεί σε ένα μαγαζί, γιατί «έτσι έχουν μάθει», γιατί αυτό έχουν συνηθίσει. Πριν καλλιεργήσουν τη γεύση τους έχουν πάρα πολλή δουλειά στην καλλιέργεια του μυαλού τους.
Θα περιοριστώ απλά να πω ότι με αηδιάζουν, ότι δεν έχω άλλη αντοχή, για όλους εκείνους που είναι τόσο βέβαιοι ότι τα πράγματα στον κόσμο είναι ακριβώς όπως τα έμαθαν στη μέχρι τώρα ζωής τους. Στα παρτάδικα της Παραλιακής, στα πολυτελή κλαμπάκια της Κηφισιάς, στα χορευτάδικα του Ψυρρή, στα κοκολουσμένα κυριλοστέκια του Κολωνακίου, στα σκυλάδικα της Συγγρού, ακόμα και στα συνοικιακά μπαράκια της μιας μπίρας, του ενός τζιν και του ουίσκι με κόλα. Όλοι όσοι δε μπορούν να δουν πέρα από τη μύτη τους.
[/quote]Με αηδιάζουν, δεν έχω άλλη αντοχή, για όλους εκείνους που είναι βέβαιοι ότι τα πράγματα στον κόσμο είναι ακριβώς όπως τα έμαθαν στη μέχρι τώρα ζωής τους και δε μπορούν να δουν πέρα από τη μύτη τους.[/quote]
Εστιάζοντας στις γιορτές της εστίασης
Αλλά δεν έχω μυαλό να γράψω για όλα αυτά. Γιατί «εγώ τώρα είμαι και αλλού», που έλεγε και ο Τάκης ο Τσουκαλάς. Και πλησιάζουν και Χριστούγεννα. Θυμάμαι εκείνο το… υπέροχο κείμενο το Fuckin fuckin fuck fuck που είχα γράψει για τα Χριστούγεννα, τότε που το μυαλουδάκι μου και τα δικά σας επίσης ήταν ακόμα παρθένα, αλλά και την απάντηση στον εαυτό μου που είχα δώσει αμέσως μετά. Αυτό το δεύτερο, που τελειώνει με τη φράση «Όλα θα πάνε καλά»…
Ήταν τότε που ακόμα πίστευα ότι όλα μπορεί να πάνε καλά. Τότε, που ήμουν κλεισμένος στο θάλαμο 9, για το καλό μου, στην ηρεμία, ΓΙΑ να βρω τον εαυτό μου. Τώρα, είμαι ακόμα στο θάλαμο 9, για το καλό μου, στην ηρεμία, ΜΗΠΩΣ βρω τον εαυτό μου, κι έχω κρυμμένο το σουγιά για το καλό μου. Τώρα ξέρω ότι τίποτα δεν μπορεί να πάει καλά, αν δεν το αποφασίσεις απόλυτα εσύ ο ίδιος κι αν δε δουλέψεις σκληρά γι αυτό.
Κοιτούσα τη γάτα μου να παίζει με ένα λαστιχάκι. Ένα πλάσμα που ζει μαζί μου, ήδη στη ζωή δέκα χρόνια, βρίσκει χαρά σε κάτι τόσο δα μικρό και ασήμαντο. Κι εγώ, με τόσα πράγματα, τόσες χαρές, δεν είμαι ευχαριστημένος ποτέ. Για όλα αυτά που κουβαλάω στο σακατεμένο μυαλουδάκι μου, με όλα αυτά που πνίγονται στην ξεγελασμένη καρδούλα μου, για όλα όσα συμβαίνουν μέσα τους όταν κλείνουν τα φώτα του δωματίου το βράδυ.
Έχουμε χρόνο να πούμε για μαγαζάτορες, θαμώνες, βάρδιες, νερωμένα ποτά, βαριεστημένους επαγγελματίες, ξερόλες μπάρμαν, γκρινιάρηδες πελάτες, δουλικούς υπαλλήλους, εμπνευσμένες δημιουργίες και πολυδιάστατα μυαλά, όλο το χρόνο που ακολουθεί, το χρόνο που έρχεται. Καλά να είμαστε, να τα λέμε μεταξύ μας, όλα τα άλλα δεν έχουν σημασία –λέμε και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα.