Σαββατοκύριακο στον κρητικό αμπελώνα
Θεοδωρος (Ted) Λελεκας•Sip with me
Το κρητικό κρασί άργησε να «ανθίσει». Δεν το λέω εγώ, το λέει η ιστορία. Το νησί είναι κατάφυτο από αμπέλια, οι κρητικοί, ωστόσο, είχαν ανέκαθεν μεγάλη προσήλωση στην οικιακή οινοποίηση. Κάθε σπιτικό είχε τον δικό του παππού, πατέρα, ξάδερφο ή κουμπάρο που έφτιαχνε το δικό του κρασί, συνήθως από την πιο παραδοσιακή τοπική ποικιλία, το Ρωμέικο. Επρόκειτο για κρασί ιδιαίτερα υψηλόβαθμο (αν έπινες λίγο παραπάνω, το άλλο πρωί το μετάνιωνες πικρά) με ιδιαίτερο κεχριμπαρένιο χρώμα και έντονο άρωμα οξείδωσης, από την μακρά παραμονή του σε παλιά ξύλινα βαρέλια.
Όλα αυτά όμως άλλαξαν –ή τουλάχιστον αλλάζουν με αρκετά γοργό ρυθμό. Από την δεκαετία του ‘90 και έπειτα, οι κρητικοί οινοποιοί άρχισαν να συνειδητοποιούν την δυναμική της γης τούς και των ποικιλιών τής, να ψάχνουν, να πειραματίζονται, να συμβουλεύονται ειδικούς από την Ελλάδα και το εξωτερικό, αλλά και να κάνουν σοβαρές επενδύσεις σε υποδομές σχετικές με την παραγωγή κρασιού. Έτσι σήμερα μπορούμε να μιλάμε χωρίς υπερβολή για μια νέα εποχή του κρητικού αμπελώνα, που πλέον παράγει ολοένα και περισσότερα αξιόλογα κρασιά με πιστό, φανατικό κοινό, τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων.
Προσωπικά έχω να το λέω: Η κρητική γη είναι ευλογημένη! Πέρα από το κρασί, το κρητικό ελαιόλαδο, τα κρέατα, τα οπωροκηπευτικά, τα ονειρεμένα και παγκοσμίου φήμης αρωματικά μυρωδικά και βότανα, συνθέτουν έναν παράδεισο για όποιον αναζητά (και εκτιμά) τη γεύση. Αν βάλουμε στην εικόνα αυτή και την μοναδική κρητική φιλοξενία, τότε έχουμε και τον ιδανικό κοινό παρονομαστή για να τα απολαύσουμε όλα αυτά, με φόντο τα πανέμορφα μεσογειακά τοπία της Μεγαλονήσου!
Σε αυτό, λοιπόν, το προνομιούχο οικοσύστημα, το σταφύλι μεγαλουργεί. Αρχικά οι περισσότεροι κρητικοί αμπελουργοί και οινοποιοί προσανατολίστηκαν σε διεθνείς ποικιλίες, καθώς αυτές ήταν δοκιμασμένες σε διάφορα μέρη της Ευρώπης με παρεμφερείς εδαφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες –ανάμεσα σε αυτές ξεχώρισε η ποικιλία Syrah, με καταγωγή από την Κοιλάδα του Ροδανού στη Γαλλία, η οποία σύντομα έδειξε ότι στον κρητικό αμπελώνα βρήκε μια δεύτερη «πατρίδα» και έδωσε (και συνεχίζει να δίνει) εξαιρετικά αποτελέσματα. Με το χρόνο, όμως, οι πολλές (ιστορικά έχουν καταγραφεί κάπου 75) γηγενείς ποικιλίες άρχισαν να κερδίζουν έδαφος στην εμπιστοσύνη των οινοποιών και, στη συνέχεια, στην προτίμηση των οινόφιλων.
Αυτή τη στιγμή στα αμπέλια της Κρήτης πρωτοστατούν λευκές ποικιλίες, όπως η εύκολη και καθημερινή Βηλάνα, το ανάλαφρο Θραψαθήρι, το πολύπλοκο Βιδιανό, το ιδιαίτερο Δαφνί και το σπάνιο Πλυτό. Τελευταία, επιπλέον, κάνει θραύση και το Μοσχάτο Σπίνας, μια ποικιλία με καταγωγή από επιλεγμένους αμπελώνες σε μεγάλα υψόμετρα στην ευρύτερη περιοχή των Χανίων, που φημίζεται για τα πανέμορφα λουλουδάτα αρώματά και την υπέροχη οξύτητά της.
Οι ερυθρές ποικιλίες που συναντάμε σε εμπορικές εμφιαλώσεις στην Κρήτη είναι σχετικά λιγότερες. Πιο γνωστές σήμερα είναι το βαθύχρωμο Μανδηλάρι και το ευαίσθητο Κοτσιφάλι. Οι δύο αυτές ποικιλίες θεωρούνται αλληλοσυμπληρούμενες, καθώς η μία έχει χαρακτηριστικά που δεν έχει η άλλη, οπότε συχνά τις συναντάμε να συνυπάρχουν σε χαρμάνι. Το βασικό «κουαρτέτο» συμπληρώνουν το μυρωδάτο Λιάτικο (που συνήθως συναντάται σε γλυκά κρασιά), αλλά και το παραδοσιακό, παρεξηγημένο Ρωμέικο, που τελευταία δείχνει να κάνει ένα «καμ-μπακ», σε ιδιαίτερες οινοποιήσεις που δίνουν στο παλιακό, παραδοσιακό του παρελθόν μία πιο κοσμοπολίτικη πινελιά.
Και μετά από αυτήν την «ταχύρυθμη» παρουσίαση των κρητικών ποικιλιών, ήρθε η ώρα να σας πω πώς μου ήρθε η έμπνευση να τα γράψω όλα αυτά. Το Σαββατοκύριακο που (μόλις) πέρασε ήμουν στην Κρήτη, και συγκεκριμένα στο Ηράκλειο, που αποτελεί το πιο σημαντικό κομμάτι του κρητικού αμπελώνα, καθώς «φιλοξενεί» τις τρεις από τις τέσσερις ζώνες που παράγουν κρασιά με Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (Αρχάνες, Δαφνές, Πεζά). Το όμορφο νησί, λοιπόν, επισκέφτηκα μετά από πρόσκληση της οικογένειας Πατεριανάκη, προκειμένου να πρωταγωνιστήσω στις εκδηλώσεις που διοργάνωσαν στο Κτήμα τους, στο πλαίσιο της ετήσιας (πανευρωπαϊκής) διοργάνωσης «Ανοικτές Πόρτες Οινοποιείων», που έχει ως στόχο να προάγει τον οινοτουρισμό.
Το Κτήμα Πατεριανάκη έχει ένα ιδιόμορφο χαρακτηριστικό, και αυτό είναι το έντονο «θηλυκό» του στοιχείο. Βλέπετε, αν και ιδρύθηκε το 1997 από τον Πολιτικό Μηχανικό Γιώργο Πατεριανάκη, τα τελευταία χρόνια το «τρέχουν» η σύζυγός του, η κυρία Πόπη, μαζί με τις τρεις κόρες τους (σε φθίνουσα σειρά ηλικίας) την Εμμανουέλλα, τη Νίκη και τη Γωγώ. Οι κοπέλες, μάλιστα, καθώς έχουν η καθεμία τη δική της ακαδημαϊκή και επαγγελματική κατάρτιση και εμπειρία, έχουν μοιράσει εύστοχα τους ρόλους τούς στην οικογενειακή επιχείρηση, η οποία έτσι διαθέτει (με αντίστοιχη σειρά) και οινολόγο, και χημικό μηχανικό, αλλά και υπεύθυνο μάρκετιγκ και πωλήσεων. Επόμενο είναι ωστόσο, τόσο τα κρασιά, όσο και η γενικότερη φιλοσοφία και εικόνα του Κτήματος να διακατέχονται από το γούστο, τη φινέτσα και την αισθητική που τέσσερις δυναμικές γυναικείες παρουσίες σε συνδυασμό εξασφαλίζουν!
Αυτό το Σαββατοκύριακο στο Κτήμα Πατεριανάκη, λοιπόν, περάσαμε φανταστικά! Ανοίξαμε νωρίς-νωρίς τις «εορτάζουσες» πόρτες και τις δύο μέρες και υποδεχτήκαμε μεγάλο αριθμό επισκεπτών που ήρθαν με ιδιαίτερο ενθουσιασμό –άλλοι για πρώτη και άλλοι για πολλοστή φορά– να δοκιμάσουν τα κρασιά του και να γνωρίσουν τους δημιουργούς τους. Επιπλέον, διοργανώσαμε δύο ξεχωριστές εκδηλώσεις -το Σάββατο το απόγευμα παρουσίασα δύο μεγάλες κάθετες γευσιγνωσίες: Τις δύο βασικές ερυθρές ετικέτες του Κτήματος, Κτήμα Πατεριανάκη Ερυθρός ΠΟΠ Πεζά και Μελισσινός Ερυθρός σε συγκριτική δοκιμή πέντε εσοδειών στην καθεμία. Την δε Κυριακή το μεσημέρι έκανα μια μεγάλη παρουσίαση ολόκληρης της γκάμας των κρασιών του Κτήματος σε μία κατάμεστη αίθουσα πραγματικά ενθουσιασμένων φίλων του κρασιού.
Δεν θα μπω στις λεπτομέρειες των εκδηλώσεων του Σαββατοκύριακου ή των δύο δοκιμών, γιατί δεν είναι αυτός ο λόγος που αποφάσισα να γράψω αυτές τις γραμμές. Θα σας πω όμως ότι χάρηκα πραγματικά που είδα ανθρώπους με διαφορετικό επίπεδο γνώσεων ή εξοικείωσης στο κρασί να ενδιαφέρονται, να κάνουν εύστοχες ερωτήσεις, να καταλαβαίνουν τις διαφορές στην εξέλιξη του κρασιού από χρονιά σε χρονιά, και πολλά άλλα τέτοια ευχάριστα.
Προσωπικά εντυπωσιάστηκα από την δυναμική παλαίωσης μιας ποιοτικής προσέγγισης στο κλασικό χαρμάνι των ποικιλιών Κοτσιφάλι-Μανδηλάρι, ειδικά καθότι το «βάθος» της κάθετης δοκιμής μας έφτασε μέχρι την εσοδεία του 1997! Επίσης, με χαρά εξήγησα τις αρετές στο ποτήρι και στο τραπέζι ενός καλού ροζέ κρασιού (κάτι που κάνω με κάθε δυνατή ευκαιρία), ενώ έκανα και μια επίδειξη της σημασίας της μετάγγισης σε καράφα ενός παλαιωμένου ερυθρού κρασιού, και είδα με ευχαρίστηση ότι το κοινό κατάλαβε και εκτίμησε πραγματικά την έννοια της «αναπνοής» του κρασιού όταν αυτό φτάνει όμορφα «ανοιχτό» και εκφραστικό στο ποτήρι του.
Ταξιδεύω συχνά στην Κρήτη –τόσο στο Ηράκλειο όσο και στα Χανιά– και μάλιστα φέτος φαίνεται ότι το αγαπημένο νησί θα με δει περισσότερες φορές απ’ ότι στο παρελθόν. Σε όσους έχουν σκοπό να ακολουθήσουν το παράδειγμά μού, είτε ταξιδεύοντας στη Μεγαλόνησο, είτε επισκεπτόμενοι την αγαπημένη τους κάβα, συνιστώ ανεπιφύλακτα μια εκ βαθέων γνωριμία με τα κρασιά του κρητικού αμπελώνα. Είμαι σίγουρος ότι οι λευκές, ροζέ και ερυθρές ετικέτες των Οινοποιείων/Κτημάτων Δουλουφάκη, Λυραράκη, Ταμιωλάκη, Ιδαία Γη και –βέβαια– Πατεριανάκη από το Ηράκλειο, καθώς και Μανουσάκη και Ντουράκη από τα Χανιά, θα σας κατακτήσουν και θα σας ανοίξουν νέους ορίζοντες οινικής απόλαυσης!